“Η Πένυ Κιλλίνη ήταν όμορφη μ’ έναν ιδιαίτερο τρόπο. Μα πάνω απ’ όλα ήταν μια επιστήμονας. Ήταν αφιερωμένη – ψυχή τε και σώματι- στη θεραπεία των λοιμώξεων που θα μπορούσαν μέχρι και να απειλήσουν τη ζωή των ανθρώπων. Αυτή η ευθύνη ήταν τεράστια! Αυτό το χρέος που είχε απέναντι στην ανθρωπότητα την κρατούσε μέχρι αργά στο εργαστήριό της. Από το 1928 μέχρι σήμερα, η οικογένειά της ήταν ταγμένη στην καταπολέμηση των ασθενειών. Την αρχή έκανε ο πρόγονός της ο Φλέμινγκ – πόσο περήφανη ήταν για εκείνον! Και κάθε γενιά αντιβιοτικών γινόταν όλο και καλύτερη, όλο και πιο αποτελεσματική. Όλοι οι άνθρωποι σέβονταν τους συγγενείς αλλά και την ίδια την Πένυ Κιλλίνη. Όλη αυτή η παράδοση, όλη αυτή η κληρονομιά ήταν έτοιμη να τιναχθεί στον αέρα.”
(Ποιος παγίδεψε την Πένυ Κιλλίνη; – Το μεγάλο μυστήριο ενός μικροσκοπικού κόσμου Συγγραφέας: Ιωάννα Μπουλντούμη Εικονογράφος: Άννυ Χατζηκόμνου Σχεδιασμός έκδοσης: CORNUCOPIA, 2017)
Έχουν περάσει αρκετά χρόνια από το 1928, όταν ο Αλεξάντερ Φλέμινγκ μετά από μια σειρά τυχαίων γεγονότων, ανακάλυψε το πρώτο αντιβιοτικό, την πενικιλλίνη, θέτοντας έτσι τη βάση στη θεραπευτική των λοιμώξεων. Δεν υπάρχει καμία αμφιβολία πως τα αντιβιοτικά έσωσαν και συνεχίζουν να σώζουν εκατομμύρια ζωές ασθενών. Παρ’ όλα αυτά, η συνεχής μη ορθολογική επιλογή κατάλληλης αντιμικροβιακής θεραπείας και η άσκοπη κατανάλωση των αντιβιοτικών, ακόμη και όταν αυτά δεν είναι απαραίτητα, φαίνεται να μας φέρνουν ένα βήμα πιο κοντά στην εποχή που “ο χρόνος μας με τα αντιβιοτικά τελειώνει!”. Ιδιαίτερα για τη χώρα μας, αποτελεί μια αρνητική πρωτιά, αφού έχουμε τα υψηλότερα ποσοστά κατανάλωσης αντιβιοτικών στην Ευρώπη. Επομένως, χρέος κάθε Κλινικού Ιατρού είναι να αναλαμβάνει το μερίδιο ευθύνης που του αναλογεί απέναντι σε αυτή τη νέα ιατρική απειλή. Άλλωστε, κάθε θεραπευτική μας απόφαση πλέον δεν συνδέεται μόνο με την επιβίωση των ασθενών, αλλά και με την “επιβίωση των αντιβιοτικών”.
(Η Ορθολογική Επιλογή Αντιμικροβιακής Θεραπείας για τον Νοσηλευόμενο Ασθενή, ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ ΧΗΜΕΙΟΘΕΡΑΠΕΙΑΣ, ΑΘΗΝΑ, ΑΠΡΙΛΙΟΣ 2022)
Το παρόν άρθρο, απευθύνεται σε νέους γιατρούς και έχει πρωτίστως ως στόχο να παρέχει μια σύντομη και περιεκτική ταξινόμηση των κλινικών εφαρμογών διαφόρων κατηγοριών αντιβιοτικών και την ανάδειξη της μικροβιακής αντοχής που προκύπτει από την αλόγιστη χρήση τους. Θα έχει πετύχει το σκοπό του, αν μετά τη μελέτη του, είστε σε θέση να κατανοήσετε:
- Τις βασικές κατηγορίες αντιβιοτικών
- Το αντιμικροβιακό φάσμα κάθε κατηγορίας
- Τα νεότερα αντιβιοτικά που χρησιμοποιούνται ευρέως στη θεραπευτική των πολυανθεκτικών λοιμώξεων
- Τις συνήθεις παρενέργειες των κλινικά σημαντικότερων αντιβιοτικών
- Τη σημασία της ορθολογικής χρήσης των αντιβιοτικών και την ανάγκη εφαρμογής ενός προγράμματος “Επιστασίας της Χρήσης των Αντιβιοτικών” (“Antibiotic Stewardship”)
Τα αντιβιοτικά με βάση το μηχανισμό δράσης τους και τους στόχους τους στο βακτηριακό κύτταρο, διακρίνονται στις εξής κατηγορίες:
- Αναστολείς της σύνθεσης του κυτταρικού τοιχώματος
- Αναστολείς της σύνθεσης των πρωτεϊνών
- Αναστολείς της αντιγραφής και της σύνθεσης του DNA
https://images.app.goo.gl/Ls97jhR6nzYYp4AFA
ΑΝΤΙΒΙΟΤΙΚΑ ΠΟΥ ΣΤΟΧΕΥΟΥΝ ΤΗ ΣΥΝΘΕΣΗ ΤΟΥ ΒΑΚΤΗΡΙΑΚΟΥ ΚΥΤΤΑΡΙΚΟΥ ΤΟΙΧΩΜΑΤΟΣ
Το κυτταρικό τοίχωμα των βακτηρίων συντίθεται από ένα πολυμερές που ονομάζεται πεπτιδογλυκάνη, η οποία αποτελείται από μονάδες γλυκάνης που ενώνονται μεταξύ τους με πεπτιδικές γέφυρες.
Daniel C. Nelson, Mathias Schmelcher, Lorena Rodriguez-Rubio et al. Chapter 7 – Endolysins as Antimicrobials.
Για να είναι αποτελεσματικά στο μέγιστο βαθμό αυτά τα αντιβιοτικά, απαιτούν ενεργά πολλαπλασιαζόμενους μικροοργανισμούς. Στα βακτήρια που δεν αναπτύσσονται και δεν διαιρούνται, έχουν μόνο μικρή ή καθόλου επίδραση. Σε αυτά ανήκουν:
- Β-λακταμικά
- Γλυκοπεπτίδια
- Πολυμυξίνες
- Δαπτομυκίνη
Β-ΛΑΚΤΑΜΙΚΑ
ΠΕΝΙΚΙΛΛΙΝΕΣ
Οι πενικιλλίνες είναι από τα πιο ευρέως αποτελεσματικά και λιγότερο τοξικά φάρμακα που είναι γνωστά, αλλά η αυξημένη αντοχή/ ανθεκτικότητα των μικροοργανισμών, έχει περιορίσει τη χρήση τους.
Μηχανισμός δράσης
Παρεμβαίνουν στο τελευταίο στάδιο σύνθεσης του κυτταρικού τοιχώματος (τρανσπεπτίδωση ή διασταυρούμενη σύνδεση), με έκθεση στο περιβάλλον της λιγότερο σταθερούς ωσμωτικά μεμβράνης. Έτσι, μπορεί να συμβεί κυτταρική λύση, είτε μέσω ωσμωτικής πίεσης είτε μέσω ενεργοποίησης των αυτολυσινών. Χαρακτηρίζονται ως βακτηριοκτόνα φάρμακα και δρουν με έναν χρονο-εξαρτώμενο τρόπο. Οι πενικιλλίνες αδρανοποιούν επίσης, τις πενικιλλινο-δεσμευτικές πρωτεΐνες (PBPs, Penicillin- Binding Proteins) , τα βακτηριακά ένζυμα που εμπλέκονται στη σύνθεση του κυτταρικού τοιχώματος και στη διατήρηση των μορφολογικών χαρακτηριστικών του βακτηρίου. Η έκθεση σε αυτά τα αντιβιοτικά μπορεί να εμποδίσει τη σύνθεση του τοιχώματος ή/και να οδηγήσει σε λύση ευαίσθητων βακτηρίων. Επίσης, ένας άλλος μηχανισμός δράσης είναι η αδρανοποίηση της τρανσπεπτιδάσης, η οποία καταλύει τον σχηματισμό γεφυρών μεταξύ των αλυσίδων της πεπτιδογλυκάνης.
Όσον αφορά τις β-λακταμάσες, αξίζει να αναφερθεί ότι πρόκειται για μια ομάδα ενζύμων που παράγονται από ορισμένα βακτήρια, τα οποία αδρανοποιούν τον β-λακταμικό δακτύλιο ορισμένων αντιβιοτικών παραγόντων, καθιστώντας τα έτσι ανθεκτικά σε ορισμένα αντιβιοτικά.
Τέλος, πολλά βακτήρια παράγουν αποικοδομητικά λυτικά ένζυμα, τις αυτολυσίνες, που συμμετέχουν στη φυσιολογική αναδιαμόρφωση του βακτηριακού κυτταρικού τοιχώματος. Παρουσία μιας πενικιλλίνης η αποικοδομητική δράση των αυτολυσινών προχωρά χωρίς την ταυτόχρονη σύνθεση του κυτταρικού τοιχώματος και συνεπώς την καταστροφή του.
Κατηγορία | Παρεντερική χορήγηση | P.os χορήγηση | Αντιμικροβιακό φάσμα |
Φυσικές πενικιλλίνες | Πενικιλλίνη G | Πενικιλλίνη V(Ospen®) Φάρμακο εκλογής:-Στρεπτοκοκκική κυνάγχη -Μετά από σπληνεκτομή, 1.5 εκ. IU/12ωρο, επί 1 έτος +Prevenar 13 | Gram (+)S. pyogenes S.viridans S.pneumoniae (μερικά)Enterococci (μερικά)Listeria monocytogenes Gram (-)N.meningitidisH.influenzae (μερικά) ΑναερόβιαCl. spp. ιδία Cl.perfringens (εκτός Cl.difficile)Actinomyces israelii ΣπειροχαίτεςTreponema pallidumLeptospira spp. |
Αντισταφυλοκοκκικές πενικιλλίνες –Αναπτύχθηκαν για στελέχη σταφυλόκοκκου που παράγουν πενικιλλινάση | Ναφκιλλίνη, Οξακιλλίνη,Κλοξακιλλίνη (Staphyclox®) | Μεθικιλλίνη, Δικλοξακιλλίνη | Gram (+)S.aureus (MSSA) (μερικά)S.epidermidis (MSSE) (μερικά) |
Αμινοπενικιλλίνες | Αμπικιλλίνη | Αμοξυκιλλίνη (Amoxil®), Αμπικιλλίνη | Gram (+)S. pyogenes S.viridans S.pneumoniae (μερικά)Enterococci (μερικά)Listeria monocytogenes Gram (-)N.meningitidisH.influenzae (μερικά)Enterobacteriaceae (μερικά) ΑναερόβιαCl. spp. (εκτός Cl.difficile)Actinomyces israelii ΣπειροχαίτεςBorrelia burgdorferi |
Αμινοπενικιλλίνες + Αναστολείς β-λακταμάσης | Αμπικιλλίνη- Σουλμπακτάμη(Begalin®) | Αμοξυκιλλίνη-Κλαβουλανικό(Augmentin®) | Gram (+)S.aureus (μερικά)S. pyogenes S.viridans S.pneumoniae (μερικά)Enterococci (μερικά)Listeria monocytogenes Gram (-)N.meningitidisH.influenzaeEnterobacteriaceae (αρκετά) ΑναερόβιαCl. spp. (εκτός Cl.difficile)Actinomyces israeliiBacteroides spp. ΣπειροχαίτεςBorrelia burgdorferi |
Ευρέος φάσματος πενικιλλίνες | Πιπερακιλλίνη, Τικαρκιλλίνη | Gram (+)S. pyogenes S.viridans S.pneumoniae (μερικά)Enterococci (μερικά) Gram (-)N.meningitidisH.influenzae (μερικά)Enterobacteriaceae (μερικά)Pseudomonas aeruginosa ΑναερόβιαCl. spp. (εκτός Cl.difficile)Bacteroides spp. (μερικά) | |
Ευρέος φάσματος πενικιλλίνες + Αναστολείς β-λακταμάσης | Πιπερακιλλίνη- Ταζομπακτάμη (Tazocin®) Τικαρκιλλίνη-Κλαβουλανικό οξύ (Timentin®) | Gram (+)S.aureus (μερικά)S.pyogenes S.viridans S.pneumoniae (μερικά)Enterococci (μερικά)Listeria monocytogenes Gram (-)N.meningitidisH.influenzaeEnterobacteriaceae (τα περισσότερα)Pseudomonas aeruginosa ΑναερόβιαCl. spp. (εκτός Cl.difficile)Bacteroides spp. |
Ανεπιθύμητες ενέργειες
-Υπερευαισθησία, ~5% των ασθενών εμφανίζουν κάποιο είδος ευαισθησίας που κυμαίνεται από εξανθήματα έως αγγειοοίδημα και αναφυλαξία
-Διάρροια, λόγω διαταραχής της φυσιολογικής ισορροπίας των εντερικών μικροοργανισμών. -Ψευδομεμβρανώδης κολίτιδα από Clostridium difficile.
–Οξεία διάμεση νεφρίτιδα, ιδιαίτερα η μεθικιλλίνη
-Νευροτοξικότητα, ιδιαίτερα σε επιληπτικούς ασθενείς λόγω αναστολής της GABAεργικής οδού.
-Αιματολογικές τοξικότητες, κυτταροπενίες όταν χορηγούνται για >2 εβδομάδες, διαταραχές πήξης με υψηλές δόσεις πιπερακιλλίνης και τικαρκιλλίνης
-Υποκαλιαιμία, σχετιζόμενη με τη χορήγηση πιπερακιλλίνης-ταζομπακτάμης (Tazocin®).
ΚΕΦΑΛΟΣΠΟΡΙΝΕΣ
Οι κεφαλοσπορίνες έχουν στενή σχέση με τις πενικιλλίνες τόσο δομικά όσο και λειτουργικά, ωστόσο έχουν την τάση να είναι πιο ανθεκτικές από τις πενικιλλίνες σε ορισμένες βακτηριακά αυτολυτικά ένζυμα, τις β-λακταμάσες.
Έχουν ταξινομηθεί ως πρώτης, δεύτερης, τρίτης, τέταρτης και πέμπτης γενιάς, βάσει κυρίως της ευαισθησίας τους και της αντίστασής τους στις β-λακταμάσες.
Γενιά | Παρεντερική χορήγηση | P.os χορήγηση | Αντιμικροβιακό φάσμα |
1η | Κεφαζολίνη (Vifazolin®) | Κεφαδροξίλη (Biodroxil®) | Gram(+)S.aureus (MSSA)S.pneumoniae (μερικά)S.viridans (μερικά) ΟΧΙ Enterococcus, Listeria Gram(-)E.coliKlebsiella pneumoniaProteus mirabilis ΟΧΙ H.influenzae |
2η | Κεφοξιτίνη (Mefoxil®)Κεφουροξίμη (Zinacef®)Κεφορανίδη (Radacef®) Κεφοτετάνη (δεν κυκλοφορεί στη χώρα μας) | Κεφακλόρη (Ceclor®)Κεφουροξίμη axetil (Zinadol®)Κεφπροζίλη (Procef®) | Ασθενέστερη δράση έναντι Gram (+)Βελτίωση φάσματος έναντι Gram (-)H.influenzaeNeisseria spp.Enterobacter aerogenesBacteroides fragilis (cefotetan-cefoxitine)Moraxella catarrhalis |
3η –Διέρχονται τον αιματοεγκεφαλικό φραγμό. -Kεφοταξίμη και κεφτριαξόνη: παράγοντες εκλογής στη θεραπεία της μηνιγγίτιδας. | Κεφοταξίμη (Claforan®)Κεφτριαξόνη (Rocephin ®)Κεφταζιδίμη (σε συνδυασμό με Αβιμπακτάμη, Zavicefta®) | Κεφδιτορένη (Spectracef®)Κεφιξίμη (Ceftoral®) | Gram (+)MSSA (κεφοταξίμη-κεφτριαξόνη) Βελτίωση φάσματος έναντι Gram (-)E.coliProteus spp.H.influenzaeKlebsiella pneumoniaeNeisseria spp.Neisseria meningitidisPs.aeruginosa (κεφταζιδίμη)Enterobacter spp.Morganella spp.Citrobacter spp.Serratia spp.Providencia spp. ΟΧΙ Bacteroides fragilis |
4η -Μειωμένη κλινική εμπειρία σε λοιμώξεις του ΚΝΣ | Κεφεπίμη (Maxipime®) | Gram (+)S.aureus (MSSA) Gram(-)E.coliProteus spp.H.influenzaeKlebsiella pneumoniaeNeisseria spp.Enterobacter spp.Ps.aeruginosa | |
5η -ΝΕΟΤΕΡΑ ΑΝΤΙΣΤΑΦΥΛΟΚΟΚΚΙΚΑ | Κεφταρολίνη fosamil (Zinforo®) i.v. χορήγηση ως προφάρμακο Κεφτολοζάνη/ Ταζομπακτάμη (Zerbaxa®) | Gram (+)S.aureus (MRSA)S.pyogenesS.viridansS.pneumoniae Gram (-)Escherichia coliKlebsiella pneumoniaeProteus spp.H.influenzaeNeisseria spp.Enterobacteriaceae (μερικά) ΑναερόβιαClostridium spp. (μερικά) |
Ανεπιθύμητες ενέργειες
Όπως και οι πενικιλλίνες, είναι γενικά καλά ανεκτές. Οι ασθενείς που έχουν εμφανίσει αναφυλακτική αντίδραση, σύνδρομο Stevens-Johnson ή Τοξική Επιδερμική Νεκρόλυση μετά από χορήγηση πενικιλλίνης, δεν πρέπει να λαμβάνουν κεφαλοσπορίνες. Επίσης, θα πρέπει να αποφεύγονται σε άτομα με αλλεργία στην πενικιλλίνη.
Άλλες σπάνιες ΑΕ περιλαμβάνουν: διάρροια, αιμόλυση, ουδετεροπενία,↑PLTs και ↑AST/ALT.
Πιο ειδικά, η κεφοτετάνη μπορεί να προκαλέσει ελάττωση της προθρομβίνης όταν συνοδεύεται από κατανάλωση αλκοόλ, λόγω αντίδρασης του τύπου της δισουλφιράμης. Τέλος, η χορήγηση κεφτριαξόνης σε υψηλές δόσης μπορεί να οδηγήσει σε συσσώρευση χολικής λάσπης λόγω της απέκκρισής της μέσω της χολής.
https://images.app.goo.gl/KRfYP3X5jHvQfsJF8
ΚΑΡΒΑΠΕΝΕΜΕΣ
Η ιμιπενέμη/σιλαστατίνη και η μεροπενέμη χορηγούνται ενδοφλεβίως και διεισδύουν καλά στους ιστούς και στα υγρά του σώματος, συμπεριλαμβανομένου του ΕΝΥ όταν υπάρχει φλεγμονή του ΚΝΣ. Απαιτείται προσαρμογή της δοσολογίας σε ασθενείς με νεφρική νόσο.
Παρεντερική χορήγηση | Αντιμικροβιακό φάσμα |
Ιμιπενέμη/Σιλαστατίνη (Primaxin®) –Η ιμιπενέμη συγχορηγείται με σιλαστατίνη για να την προστατεύσει από τον μεταβολισμό από τη νεφρική διυδροπεπτιδάση, η οποία σχηματίζει έναν δυνητικά νεφροτοξικό ανενεργό μεταβολίτη. -Στα νεότερα αντβιοτικά σχήματα έχει προστεθεί και η ρελεμπακτάμη (Ιμιπενέμη/Σιλαστατίνη/Ρελεμπακτάμη, Recarbrio®), ένας νεότερος αναστολέας β-λακταμασών για Gram (-) μικροοργανισμούς, ανθεκτικούς στην ιμιπενέμη. | Gram (+)S.aureus (MSSA) S.epidermidis (MSSE) Streptococci spp.Listeria monocytogenes Gram (-)P. aeruginosaEnterobacter spp.Citrobacter spp. ΑναερόβιαBacteroides fragilisClostridium spp. (ΟΧΙ Cl.difficile) ΟΧΙ MRSAMRSEEnterococcus faeciumSt.maltophiliaChlamydiaMycoplasmaLegionella |
Μεροπενέμη (Meronem®) -Προτιμάται σε λοιμώξεις του ΚΝΣ | Ομοίως |
Δοριπενέμη (Doribax ®) | Ομοίως |
Ερταπενέμη (Invanz ®) | Ομοίως, αλλά ΟΧΙ Ps.aeruginosaEnterococcus spp.Acinetobacter spp. |
Ανεπιθύμητες ενέργειες
Η ιμιπενέμη/σιλαστατίνη μπορεί να προκαλέσει ναυτία, έμετο και διάρροιες, ενώ η ιμιπενέμη σε υψηλά επίπεδα έχει συσχετιστεί με εμφάνιση επιληπτικών κρίσεων.
ΜΟΝΟΒΑΚΤΑΜΕΣ
Η αζτρεονάμη (Azactam ®), είναι η μόνη εμπορικά διαθέσιμη μονοβακτάμη και έχει αντιμικροβιακή δράση που κατευθύνεται κυρίως έναντι των gram (-) παθογόνων και ιδιαίτερα των Enterobacteriaceae και της Ps. aeruginosa. Στερείται δραστικότητας έναντι των gram (+) και των αναερόβιων.
Χορηγείται είτε i.v. είτε i.m. και απαιτεί προσαρμογή της δοσολογίας σε ασθενείς με διαταραγμένη νεφρική λειτουργία.
Ανεπιθύμητες ενέργειες αποτελούν η φλεβίτιδα, τα δερματικά εξανθήματα και οι διαταραχές της ηπατικής βιοχημείας.
Αποτελεί ασφαλή εναλλακτική, σε ασθενείς αλλεργικούς σε πενικιλλίνες, κεφαλοσπορίνες ή καρβαπενέμες.
ΓΛΥΚΟΠΕΠΤΙΔΙΑ
Γλυκοπεπτίδιο | Οδός χορήγησης | Αντιμικροβιακό φάσμα |
Βανκομυκίνη (Voncon®) -Τρικυκλυκό γλυκοπεπτίδιο | i.v., σε μεμονωμένους ασθενείς με προσθετικές καρδιακές βαλβίδες και σε ασθενείς που υποβάλλονται σε εμφύτευση προσθετικών συσκευών, ιδιαίτερα σε νοσοκομεία όπου υπάρχουν υψηλά ποσοστά MRSA ή MRSE p.os, δεν απορροφάται, οπότε αυτή η οδός χορήγησης περιορίζεται στη θεραπεία της σοβαρής σχετιζόμενης με αντιβιοτικά κολίτιδας από Cl.difficile | Gram (+)S.aureus (MSSA αν και υπολείπεται της δικλοξακιλλίνης, MRSA)S.epidermidisS.pyogenesS.viridans S.pneumoniaeE.faecalisE.faecium ΑναερόβιαClostridium spp. (και Cl.difficile)Actinomyces spp.Peptostreptococcus spp. |
Τεϊκοπλανίνη (Targocid ®) -Γραμμικό επταπεπτίδιο συνδεδεμένο με μόρια λιπαρών οξέων | i.v. ή p.os | Ομοίως |
Ανεπιθύμητες ενέργειες
Βανκομυκίνη: λευκοπενία/θρομβοπενία, νεφροτοξικότητα/ωτοτοξικότητα, ερυθρότητα (red man syndrome).
Τεϊκοπλανίνη: αντιδράσεις υπερευαισθησίας, θρομβοπενία, νεφροτοξικότητα/ωτοτοξικότητα, επιληπτικές κρίσεις
*Μέτρηση επιπέδων βανκομυκίνης: για την ελαχιστοποίηση της μικροβιακής αντοχής, καλύτερα κλινικά αποτελέσματα, αλλά και την αποφυγή της τοξικότητας. Τα προτεινόμενα επίπεδα βανκομυκίνης (trough levels) να είναι ιδανικά >10 μg/ml (15-20 μg/ml σε απειλητικές λοιμώξεις).
https://www.etsy.com/listing/1547787996/red-man-syndrome
https://wikem.org/wiki/Vancomycin_infusion_reaction
ΠΟΛΥΜΥΞΙΝΕΣ
Η πολυμυξίνη Β ή κολιστίνη (Colistin ®) είναι ένα κατιοντικό γλυκοπεπτίδιο που προσδένεται σε φωσφολιπίδια επί της βακτηριακής κυτταρικής μεμβράνης των gram (-) βακτηρίων, διαταράσσοντας την ακεραιότητά της.
Είναι δραστική έναντι των περισσοτέρων κλινικά σημαντικών gram (-) αρνητικών βακτηρίων, συμπεριλαμβανομένων των P. aeruginosa, E.coli, K.pneumoniae, ειδών Acinetobacter και ειδών Enterobacter.
Είναι διαθέσιμη μόνο ως προφάρμακο, τη νατριούχο κολιστιμεθάτη (colistimethate sodium), το οποίο χορηγείται ενδοφλεβίως ή εισπνέεται μέσω νεφελοποιητή.
Ανεπιθύμητες ενέργειες : νεφροτοξικότητα, νευροτοξικότητα (δ/χη ομιλίας, μυική αδυναμία) κυρίως μετά τη συστηματική χορήγηση.
*ΔΑΠΤΟΜΥΚΙΝΗ (Cubicin ®)
Η δαπτομυκίνη είναι ένα βακτηριακό κυκλικό λιποπεπτίδιο και χρησιμοποιείται για τη θεραπεία λοιμώξεων που προκαλούνται από gram (+) μικροοργανισμούς, συμπεριλαμβανομένων του MRSA και των ανθεκτικών στην βανκομυκίνη εντεροκόκκων (vancomycin-resistant enterococci, VRE).
Ενδείκνυται για τη θεραπεία επιπλεγμένων λοιμώξεων των δερματικών δομών και της βακτηριαιμίας που προκαλούνται από S.aureus, συμπεριλαμβανομένων εκείνων με δεξιά λοιμώδη ενδοκαρδίτιδα.
Τέλος, δεν θα πρέπει να χρησιμοποιείται στη θεραπεία της πνευμονίας, λόγω της αδρανοποίησής της από τον επιφανειοδραστικό παράγοντα.
Ανεπιθύμητες ενέργειες: μυαλγίες, ραβδομυόλυση,↑ CPK, ↑AST/ALT
*ΝΤΑΛΜΠΑΒΑΝΣΙΝΗ ( Xydalba®)
H νταλμπαβανσίνη (dalbavancin) ανήκει στα νεότερα αντιβιοτικά και είναι ένα βακτηριοκτόνο λιπογλυκοπεπτίδιο, με κύριο μηχανισμό δράσης τη διακοπή σύνθεσης του βακτηριακού κυτταρικού τοιχώματος. Προέρχεται από τροποποίηση του μορίου της τεϊκοπλανίνης (γλυκοπεπτίδιο), με την οποία έχει παρόμοιο αντιμικροβιακό φάσμα.
Έχει ισχυρότερη δράση από την βανκομυκίνη έναντι στελεχών S.aureus, ενώ είναι δραστική έναντι των CoNS (Coagulase Negative Staphylococci), με αντοχή στη λινεζολίδη, τη βανκομυκίνη, την τεϊκοπλανίνη και τη δαπτομυκίνη.
Έχει παρόμοια δράση με την τεϊκοπλανίνη έναντι των E.faecalis και E.faecium, αλλά ισχυρότερη από την βανκομυκίνη, ώστε καλύπτει και τα VRE στελέχη (αυτά με μηχανισμό αντοχής VanB και VanC , αλλά όχι VanA).
Ακόμη, είναι δραστική έναντι β-αιμολυτικών στρεπτοκόκκων (S.pyogenes, S.agalactiae), αλλά καλύπτει και α-αιμολυτικούς στρεπτοκόκκους (S.pneumoniae, S.viridans).
Τέλος, καλύπτει και άλλους Gram(+) μικροοργανισμούς όπως: Listeria spp., Bacillus spp, Corynobacterium spp, αλλά και Gram(+) αναερόβια βακτήρια όπως: Clostridium spp., Peptostreptococcus spp. καθώς και, Actinomyces sp.
Ανεπιθύμητες ενέργειες: ναυτία,κεφαλαλγία, διάρροια, έμετος, κνησμός, εξάνθημα.
ΑΝΤΙΒΙΟΤΙΚΑ ΠΟΥ ΣΤΟΧΕΥΟΥΝ ΤΗ ΣΥΝΘΕΣΗ ΠΡΩΤΕΪΝΩΝ
https://images.app.goo.gl/zjZAqhiC1yRMr7eDA
ΑΜΙΝΟΓΛΥΚΟΣΙΔΕΣ
Οι αμινογλυκοσίδες χρησιμοποιούνται για τη θεραπεία των σοβαρών λοιμώξεων που οφείλονται σε αερόβιους Gram (-) βάκιλλους. Ωστόσο, η κλινική τους χρησιμότητα περιορίζεται από σοβαρές τοξικότητες. Προέρχονται είτε από είδη Streptomyces (με κατάληξη το επίθεμα -μυκίνη) ή από είδη Micromonospora (με κατάληξη -μικίνη).
Μηχανισμός δράσης: προσδένονται στη ριβοσωμική υπομονάδα 30S, όπου παρεμβαίνουν στη συναρμολόγηση της λειτουργικής ριβοσωμικής συσκευής ή/και οδηγούν την υπομονάδα 30S του ολοκληρωμένου ριβοσώματος να διαβάσει εσφαλμένα τον γενετικό κώδικα.
Αν και τα αντιβιοτικά που αναστέλλουν τη σύνθεση πρωτεϊνών είναι γενικά βακτηριοστατικά, οι αμινογλυκοσίδες είναι μοναδικές στο ότι είναι βακτηριοκτόνες. Η βακτηριοκτόνος δράση τους είναι εξαρτώμενη από τη συγκέντρωση, δηλαδή εξαρτάται από τη μέγιστη συγκέντρωση (Cmax) του φαρμάκου, πάνω από την ελάχιστη ανασταλτική συγκέντρωση (minimum inhibitory concentration, MIC) του φαρμάκου. Ακόμη, παρουσιάζουν ένα μετα-αντιβιοτικό αποτέλεσμα (postantibiotic effect ,PAE) το οποίο αφορά σε συνεχιζόμενη βακτηριακή καταστολή ακόμη και αφού τα επίπεδα του φαρμάκου πέσουν κάτω από την MIC. Έτσι, μία μεγάλη ενιαία δόση χορηγούμενη μία φορά ημερησίως, προτιμάται πλέον συχνότερα από διαιρεμένες δόσεις, καθώς μειώνει τον κίνδυνο νεφροτοξικότητας και αυξάνει τη συμμόρφωση στην αγωγή.
Παρεντερική χορήγηση | P.os χορήγηση |
Στρεπτομυκίνη | Νεομυκίνη |
Γενταμικίνη (Garamycin®) | |
Τομπραμυκίνη (Tobrex®) | |
Αμικασίνη (Briklin®) |
Αντιμικροβιακό φάσμα
Gram (+) | StaphylococciStreptococciEnterococciListeria monocytogenes |
Gram (-) | Haemophilus influenzaeEnterobacteriaceaePseudomonas aeruginosaKlebsiella pneumoniae |
Μυκοβακτηρίδια | Mycobacterium tuberculosisMycobacterium avium |
Ανεπιθύμητες ενέργειες: Ωτοτοξικότητα (λόγω συσσώρευσης του φαρμάκου στην ενδολέμφο και περιλέμφο του έσω ωτός) και νεφροτοξικότητα, ιδιαίτερα σε ηλικιωμένους ασθενείς. Ίλιγγος, κώφωση, νευρομυϊκή παράλυση, αλλεργική δερματίτιδα εξ επαφής.
ΜΑΚΡΟΛΙΔΕΣ ΚΑΙ ΚΕΤΟΛΙΔΕΣ
Μηχανισμός δράσης: προσδένονται μη αναστρέψιμα σε μια θέση της υπομονάδας 50S του βακτηριακού ριβοσώματος, αναστέλλοντας έτσι τη μετατόπιση του ριβοσώματος κατά την σύνθεση των πρωτεϊνών. Αν και γενικά θεωρούνται βακτηριοστατικές, μπορεί να είναι βακτηριοκτόνες σε υψηλότερες δόσεις. Η τελιθρομυκίνη, αποτελεί συνθετικό παράγωγο της ερυθρομυκίνης και είναι η πρώτη “κετολίδη” που χρησιμοποιήθηκε ως αντιμικροβιακός παράγοντας. Παρόλο που οι κετολίδες και οι μακρολίδες έχουν παρόμοια αντιμικροβιακή κάλυψη, οι κετολίδες είναι δραστικές έναντι πολλών Gram (+) που είναι ανθεκτικά στις μακρολίδες.
Παρεντερική χορήγηση | P.os χορήγηση |
Ερυθρομυκίνη | Ερυθρομυκίνη |
Κλαριθρομυκίνη (Claripen ®, Klaricid®) | |
Αζιθρομυκίνη | Αζιθρομυκίνη (Zithromax®) |
Τελιθρομυκίνη (Ketek®) |
Αντιμικροβιακό φάσμα
Gram (+) | S. pyogenesS. pneumoniaeS. aureus (μερικά στελέχη) |
Gram (-) | H. influenzae (μερικά στελέχη)Bordetella pertussis |
Άτυπα | Chlamydia spp.Mycoplasma spp.Legionella pneumophila |
Ανεπιθύμητες ενέργειες: δυσφορία του ΓΕΣ και αυξημένη κινητικότητα, είναι η πιο συχνή ανεπιθύμητη ενέργεια των μακρολιδών. Υψηλότερες δόσεις ερυθρομυκίνης οδηγούν σε συσπάσεις των λείων μυών που έχουν ως αποτέλεσμα τη μετακίνηση των γαστρικών περιεχομένων προς το δωδεκαδάκτυλο. Μια ανεπιθύμητη ενέργεια που μερικές φορές χρησιμοποιείται θεραπευτικά για την αντιμετώπιση της γαστροπάρεσης ή του μετεγχειρητικού ειλεού.
Άλλες ΑΕ περιλαμβάνουν: θρομβοφλεβίτιδα μετά i.v. χορήγηση, χολοστατικό ίκτερο, ωτοτοξικότητα, μη νευροαισθητήρια απώλεια ακοής, ηπατοτοξικότητα, παράταση του QTc (να χορηγούνται με προσοχή σε ασθενείς με προαρρυθμιογόνες καταστάσεις ή σε εκείνους με ταυτόχρονη χρήση παραγόντων που προκαλούν αρρυθμίες), καθώς και πολλαπλές φαρμακευτικές αλληλεπιδράσεις λόγω αναστολής του ηπατικού μεταβολισμού.
Ιδιαίτερη προσοχή απαιτείται στη συγχορήγηση με διγοξίνη (!) λόγω μεγαλύτερης επαναρρόφησής της από την εντεροηπατική κυκλοφορία.
ΤΕΤΡΑΚΥΚΛΙΝΕΣ ΚΑΙ ΓΛΥΚΥΛΚΥΚΛΙΝΕΣ
Μηχανισμός δράσης: παρουσιάζουν βακτηριοστατική δράση με αναστρέψιμη πρόσδεση με την υπομονάδα 30S του ριβοσώματος και με αναστολή της πρωτεϊνικής σύνθεσης.
Παρεντερική χορήγηση | P.os χορήγηση |
Δοξυκυκλίνη (Vibramycin®) | Τετρακυκλίνη |
Τιγεκυκλίνη (Tygacil®) -MRSA-VRE-Acinetobacter baumannii | Δοξυκυκλίνη (Vibramycin®) |
Μινοκυκλίνη (Minocin®) | |
Αντιμικροβιακό φάσμα
Gram (+) | S.pneumoniae (μερικά στελέχη) |
Gram (-) | Haemophilus influenzaeNeisseria meningitidisCoxiella burnetiiBrucella melitensis |
Αναερόβια | Clostridia spp. (μερικά στελέχη) |
Σπειροχαίτες | Borrelia burgdorferiLeptospira interrogansTreponema pallidum |
Άτυπα | Rickettsia spp.Chlamydia spp.Mycoplasma spp. |
Ανεπιθύμητες ενέργειες: ναυτία, έμετος, οξεία παγκρεατίτιδα, ↑AST/ALT,↑Cr, ↑INR (τιγεκυκλίνη, προσοχή σε συγχορήγηση με βαρφαρίνη) φωτοευαισθησία, ψευδοόγκος εγκεφάλου, μόνιμος χρωματισμός οδόντων όταν χορηγείται κατά τη διάρκεια της οδοντικής ανάπτυξης.
ΧΛΩΡΑΜΦΑΙΝΙΚΟΛΗ (Chloranic ®)
Μηχανισμός δράσης: Δεσμεύεται αναστρέψιμα στη βακτηριακή ριβοσωμική υπομονάδα 50S και αναστέλλει την πρωτεϊνική σύνθεση αναστέλλοντας την αντίδραση που καταλύει η πεπτιδυλο-τρανσφεράση. Η χρήση της περιορίζεται σε απειλητικές για τη ζωή λοιμώξεις, για τις οποίες δεν υπάρχουν εναλλακτικές λύσεις.
Αντιμικροβιακό φάσμα: είναι δραστική έναντι πολλών ειδών μικροοργανισμών, μεταξύ των οποίων περιλαμβάνονται τα εξής
Gram (+) | S. pyogenesS.ViridansS.pneumoniae (μερικά στελέχη) |
Gram (-) | Haemophilus influenzaeNeisseria spp.Salmonella spp.Shigella spp |
Αναερόβια | Bacteroides fragilisClostridia spp. (μερικά στελέχη)Άλλα Gram (+) και Gram (-) αναερόβια |
Άτυπα | Rickettsia spp.Chlamydia trachomatisMycoplasma spp. |
Ανεπιθύμητες ενέργειες
Αναιμίες: δοσοεξαρτώμενη αναιμία, αιμολυτική αναιμία (εμφανίζεται σε ασθενείς με έλλειψη της G-6-PD), απλαστική αναιμία (ανεξάρτητη της δόσης, ενώ μπορεί να εμφανιστεί μετά τη διακοπή της θεραπείας)
Σύνδρομο gray-baby (γκρίζου μωρού): κακή θρέψη, καταστολή της αναπνοής, καρδιαγγειακή κατάρρευση, κυάνωση (εξού και ο όρος), καθώς και θάνατο. Ενήλικες που λαμβάνουν πολύ υψηλές δόσεις μπορεί επίσης, να εμφανίσουν αυτή την τοξικότητα.
Φαρμακευτικές αλληλεπιδράσεις: αναστέλλει μερικές ηπατικές οξειδάσες και αναστέλλει τον μεταβολισμό φαρμάκων, όπως η βαρφαρίνη και η φαινυτοΐνη, αυξάνοντας τις συγκεντρώσεις τους.
ΚΛΙΝΔΑΜΥΚΙΝΗ (Dalacin®)
Η κλινδαμυκίνη έχει ίδιο μηχανισμό δράσης με αυτόν της ερυθρομυκίνης. Χρησιμοποιείται κυρίως στη θεραπεία των λοιμώξεων από Gram (+) μικροοργανισμούς, συμπεριλαμβανομένων των MRSA και των στρεπτοκόκκων, καθώς και στη θεραπεία λοιμώξεων από αναερόβια βακτήρια. Προτιμάται η i.v. οδός χορήγησης, λόγω μειωμένης ανοχής από το ΓΕΣ.
Αν και κατανέμεται καλά σε όλα τα υγρά του σώματος και στα οστά, εμφανίζει φτωχά επίπεδα στο ΕΝΥ. Οι μεταβολίτες του φαρμάκου απεκκρίνονται στη χολή, ενώ η χαμηλή απέκκρισή της από το ουροποιητικό, την καθιστά χρήσιμη σε λοιμώξεις του ουροποιητικού συστήματος.
Ανεπιθύμητες ενέργειες: δερματικά εξανθήματα, διάρροια και ψευδομεμβρανώδης κολίτιδα.
ΣΤΡΕΠΤΟΓΡΑΜΜΙΝΕΣ (Synercid ®)
Η κινουπριστίνη/δαλφοπριστίνη , κυκλοφορεί στις ΗΠΑ και στη Ν. Αφρική και είναι ένα μείγμα δύο στρεπτογραμμινών σε αναλογία 30/70% αντίστοιχα. Κάθε συστατικό αυτού του φαρμακευτικού συνδυασμού, συνδέεται με μία ξεχωριστή θέση επί της υποομάδας 50S του ριβοσώματος.
Λόγω των σημαντικών ανεπιθύμητων ενεργειών το φάρμακο περιορίζεται για τη θεραπεία του σοβαρού, ανθεκτικού στη βανκομυκίνη Enterococcus faecium (VRE), απουσία άλλων θεραπευτικών επιλογών. Δεν είναι δραστική έναντι του Enterococcus faecalis.
Ανεπιθύμητες ενέργειες: φλεβικός ερεθισμός, θρομβοφλεβίτιδα, υπερχολερυθριναιμία, αρθραλγίες και μυαλγίες.
ΛΙΝΕΖΟΛΙΔΗ (Zyvoxid®)
Η λινεζολίδη είναι μια συνθετική οξαζολιδινόνη και δρα αναστέλλοντας το σχηματισμό του συμπλέγματος έναρξης της πρωτεινοσύνθεσης 70S. Η αντιβακτηριακή δράση της κατευθύνεται κυρίως έναντι Gram (+) μικροοργανισμών, όπως S. pyogenes, S.viridans ,S.pneumoniae,
Staphylococci, Enterococci, καθώς και έναντι ειδών Corynebacterium και Listeria monocytogenes. Είναι επίσης, μετρίως δραστική έναντι του Mycobacterium tuberculosis και μπορεί να χρησιμοποιηθεί στην πολυανθεκτική (MDR) και εκτεταμένα ανθεκτική (XDR) φυματίωση.
Ανεπιθύμητες ενέργειες: γαστρεντερική δυσφορία, ναυτία,διάρροια, κεφαλαλγία και εξάνθημα. Θρομβοπενία όταν η διάρκεια χορήγησης ξεπερνά τις 10 ημέρες.
Σεροτονινεργικό σύνδρομο όταν συγχορηγείται με τροφές πλούσιες σε τυραμίνη, με SSRIs ή αναστολείς της ΜΑΟ, καθώς η λινεζολίδη διαθέτει μη εκλεκτική δραστηριότητα μονοαμινοξειδάσης.
Περιφερικές νευροπάθειες (μη αναστρέψιμες), οπτική νευρίτιδα και τύφλωση.
https://images.app.goo.gl/fFcHqwcyB29m8Eqj7
ΦΙΔΑΞΟΜΥΚΙΝΗ (Dificlir®)
Η φιδαξομυκίνη είναι ένα μακροκυκλικό αντιβιοτικό, με δομή παρόμοια με αυτή των μακρολιδών. Δρα σε μια υπομονάδα της RNA πολυμεράσης, διακόπτοντας τη βακτηριακή μεταγραφή, τερματίζοντας τη σύνθεση πρωτεϊνών και οδηγώντας τους ευαίσθητους μικροοργανισμούς σε κυτταρικό θάνατο.
Έχει πολύ στενό αντιμικροβιακό φάσμα το οποίο περιλαμβάνει Gram (+) αερόβιους και αναερόβιους μικροοργανισμούς. Αν και διαθέτει δραστικότητα έναντι Staphylococcus spp. και Enterococci spp., χρησιμοποιείται κυρίως για τη βακτηριοκτόνο δράση της έναντι του Clostridium difficile.
Με p.os χορήγηση έχει ελάχιστη συστηματική απορρόφηση και παραμένει κυρίως εντός της ΓΕΣ οδού, καθιστώντας έτσι ιδανική επιλογή για τη θεραπεία της λοίμωξης από Cl. difficile.
Ανεπιθύμητες ενέργειες: ναυτία, έμετος, κοιλιακό άλγος, αντ/σεις υπερευαισθησίας, όπως κνησμός, αγγειοοίδημα ή/και δύσπνοια.
ΑΝΤΙΒΙΟΤΙΚΑ ΠΟΥ ΣΤΟΧΕΥΟΥΝ ΤΗΝ ΑΝΤΙΓΡΑΦΗ ΚΑΙ ΣΥΝΘΕΣΗ ΤΟΥ DNA
ΑΝΑΣΤΟΛΕΙΣ ΤΗΣ ΣΥΝΘΕΣΗΣ ΤΟΥ ΦΥΛΛΙΚΟΥ ΟΞΕΟΣ
https://images.app.goo.gl/6sXEH4LEFTTmBb9z9
Μηχανισμός δράσης
Οι σουλφοναμίδες είναι συνθετικά ανάλογα του p-αμινοβενζοϊκού οξέος (PABA), το οποίο μαζί με πτεριδίνη και γλουταμινικό οξύ, οδηγεί στη σύνθεση διυδροφυλλικού οξέος. Λόγω της δομικής τους ομοιότητας με αυτό, ανταγωνίζονται το υπόστρωμα για το βακτηριακό ένζυμο που είναι υπεύθυνο για τη σύνθεση του διυδροφυλλικού οξέος (DHF).
Η τριμεθοπρίμη, αναστέλλει τη δραστική μορφή του φυλλικού οξέος, το τετραϋδροφυλλικό οξύ (THF), μέσω καταστολής της διυδροφυλλικής αναγωγάσης και ως εκ τούτου τη σύνθεση αμινοξέων, πουρινών και θυμιδινών, τα οποία συντίθενται από το THF. Η κοτριμοξαζόλη έχει συνεργιστική αντιμικροβιακή δράση που προκύπτει από την αναστολή δύο διαδοχικών σταδίων στη σύνθεση του THF.
Παρεντερική χορήγηση | P.os χορήγηση |
Κοτριμοξαζόλη=Τριμεθοπρίμη + Σουλφαμεθοξαζόλη (Bactrimel®) -Ενδείκνυται σε σοβαρή πνευμονία από Pneumocystis jirovecii (PCP) -Αποτελεσματική σε προστατίτιδα, διότι συγκεντρώνεται ικανοποιητικά στο όξινο προστατικό υγρό –Φάρμακο εκλογής για: Nocardia, Stenotrophomonas maltophilia | Κοτριμοξαζόλη=Τριμεθοπρίμη + Σουλφαμεθοξαζόλη (Bactrimel®, Septrin®) |
Δαψόνη (Dapsone®) | |
Αντιμικροβιακό φάσμα
Gram (+) | S.pneumoniae (μερικά στελέχη)Staphylococci (μερικά στελέχη)Listeria monocytogenes |
Gram (-) | Haemophilus influenzae (μερικά στελέχη)Enterobacteriaceae (μερικά στελέχη) |
Ανεπιθύμητες ενέργειες: ναυτία, έμετος, γλωσσίτιδα, στοματίτιδα, δερματικές εκδηλώσεις, υπερκαλιαιμία, μεγαλοβλαστική αναιμία, αιμολυτική αναιμία (σε έλλειψη G6PD) λευκοπενία, θρομβοπενία, παράταση INR.
Ανοσοκατασταλμένοι ασθενείς με PCP λοίμωξη: φαρμακοεπαγόμενο εμπύρετο, εξανθήματα, διάρροια, πανκυτταροπενία.
*Η δαψόνη (Dapsone®) είναι δομικά ομοιάζουσα με τις σουλφοναμίδες και αναστέλλει επίσης τη διυδροπτερική συνθετάση στη σύνθεση του φυλλικού οξέος. Χρησιμοποιείται κυρίως στη θεραπεία της που προκαλείται από το Mycobacterium leprae (βάκιλος του Hansen) , ενώ χρησιμοποιείται για τη θεραπεία της πνευμονίας από Pneumocystis jirovecii σε ανοσοκατεσταλμένους πληθυσμούς ασθενών. Απορροφάται ικανοποιητικά από το ΓΕΣ, ενώ πιθανές ανεπιθύμητες ενέργειες είναι : αιμόλυση, περιφερική νευροπάθεια και μεθαιμοσφαιριναιμία.
ΚΙΝΟΛΟΝΕΣ
https://images.app.goo.gl/5ZN4kZVWuB8GCXyCA
Μηχανισμός δράσης: Οι φθοριοκινολόνες εισέρχονται στα βακτήρια μέσω διαύλων πορίνης και εμφανίζουν αντιμικροβιακές δράσεις που σχετίζονται με την DNA γυράση (βακτηριακή τοποϊσομεράση II) και τη βακτηριακή τοποϊσομεράση IV, με αποτέλεσμα τη διάσπαση του νεοσυντιθέμενου κλώνου του DNA και την αδυναμία διαχωρισμού του προσφάτως διπλασιασμένου DNA.
Παρεντερική χορήγηση | P.os χορήγηση | Παραδείγματα κλινικών εφαρμογών |
Σιπροφλοξασίνη (Ciproxin®) | Σιπροφλοξασίνη (Ciproxin®) | –Λοιμώξεις ουροποιητικού-Λοιμώξεις ΓΕΣ (π.χ. E.coli, S.typhi)-Ps. aeruginosa (ασθενείς με Κυστική Ίνωση) |
Λεβοφλοξασίνη (Tavanic®) | Λεβοφλοξασίνη (Tavanic®) | –Πνευμονία κοινότητας–Προστατίτιδα–Λοιμώξεις ουροποιητικού-Λοιμώξεις δέρματος |
Μοξιφλοξασίνη (Avelox®) | Μοξιφλοξασίνη (Avelox®) | -Πνευμονία κοινότητας-Αναερόβιες λοιμώξεις (π.χ. Bacteroides fragilis) |
Οφλοξασίνη (Oxatrex®) | -Ωτικές και οφθαλμικές λοιμώξεις (drops) | |
Νορφλοξασίνη (Norocin®) | -Προστατίτιδα -Λοιμώξεις ουροποιητικού και γεννητικού συστήματος |
Αντιμικροβιακό φάσμα: Οι κινολόνες είναι βακτηριοκτόνες και η δράση τους εξαρτάται από την ελάχιστη ανασταλτική συγκέντρωση (MIC) , ενώ αυξάνει όσο οι συγκεντρώσεις του αντιβιοτικού στο ορό αυξάνονται περίπου 30 φορές πάνω από την MIC των φαρμάκων. Συνήθως, αποτελούν εναλλακτικές θεραπευτικές επιλογές σε ασθενείς με τεκμηριωμένη αλλεργία στα β-λακταμικά αντιβιοτικά.
Η λεβοφλοξασίνη και η μοξιφλοξασίνη, χαρακτηριστικά αναφέρονται ως “αναπνευστικές κινολόνες”, καθώς έχουν άσριστη δράση κατά του S.pneumoniae, ένα κοινό αίτιο της πνευμονίας της κοινότητας (community acquired pneumonia, CAP). Επιπλέον, η μοξιφλοξασίνη είναι δραστική έναντι πολλών αναερόβιων μικροοργανισμών.
Gram (+) | S. aureus (μερικά στελέχη)S. pyogenesS.viridansS. pneumoniae |
Gram (-) | Haemophilus influenzaePseudomonas aeruginosaNeisseria spp.Enterobacteriaceae spp. (E.coli, Klebsiella spp., Enterobacter spp., Proteus spp., κ.ά.) |
Άτυπα | Chlamydia and ChlamydophilaMycoplasma pneumoniaeLegionella spp |
Μυκοβακτηρίδια | Mycobacterium tuberculosisMycobacterium avium complexMycobacterium leprae |
Ανεπιθύμητες ενέργειες: Αν και γενικά είναι καλώς ανεκτές, αυτές περιλαμβάνουν συμπτώματα όπως, ναυτία, έμετο, διάρροια, κεφαλαλγία, αδυναμία, ζάλη, περιφερική νευροπάθεια,ρήξη αχιλλείου τένοντα, διαταραχές της ομοιοστασίας της γλυκόζης (υπό- ή υπεργλυκαιμία), φωτοτοξικότητα, καθώς και παράταση του QTc. Επιπλέον, θα πρέπει να αποφεύγονται σε ασθενείς με μυασθένεια, καθώς αναστέλλουν τη νευρομυιική μεταβίβαση κι έτσι μπορούν να οδηγήσουν σε απειλητικές για τη ζωή καταστάσεις. Τέλος, η χορήγηση της σιπροφλοξασίνης με ανταγωνιστές της βιταμίνης Κ (όπως ασενοκουμαρόλη ή βαρφαρίνη), μπορεί να αυξήσει τις αντιπηκτικές τους δράσεις και γι’ αυτό απαιτείται συχνή παρακολούθηση του INR τόσο κατά τη διάρκεια, όσο και μετά τη συγχορήγησή τους.
ΝΙΤΡΟΦΟΥΡΑΝΤΟΙΝΗ (Furolin®)
Τα ευαίσθητα στη νιτροφουραντοϊνη βακτήρια ανάγουν το φάρμακο σε ένα εξαιρετικά δραστικό ενδιάμεσο που αναστέλλει διάφορα ένζυμα και καταστρέφει το βακτηριακό DNA. Είναι χρήσιμο κατά της E.coli, αλλά και ορισμένων Gram (+) κόκκων, όπως S. Saprophyticus.
Ως εκ τούτου, χρησιμοποιείται σε λοιμώξεις του ουροποιητικού συστήματος, όπως για παράδειγμα μια απλή κυστίτιδα σε γυναίκες αναπαραγωγικής ηλικίας.
Ανεπιθύμητες ενέργειες: Αιμολυτική αναιμία (έλλειψη G6PD), διαταραχές ΓΕΣ, νευρολογικά προβλήματα, οξεία πνευμονίτιδα και διάμεση πνευμονική ίνωση σε ασθενείς που λαμβάνουν νιτροφουραντοϊνη για μεγάλο χρονικό διάστημα.
ANTIBIOTIC STEWARDSHIP: Η ΕΠΙΣΤΑΣΙΑ ΤΩΝ ΑΝΤΙΒΙΟΤΙΚΩΝ
Η χώρα μας διατηρεί την πρώτη θέση μεταξύ των Ευρωπαϊκών χωρών σε:
- Κατανάλωση αντιβιοτικών στην κοινότητα
- Κατανάλωση προωθημένων αντιβιοτικών στα νοσοκομεία
- Αντοχή των πολυανθεκτικών Gram (-) βακτηρίων στα νοσοκομεία, ως MDR ή XDR
Επομένως, είναι περισσότερο σημαντικό από κάθε άλλη φορά, ο γιατρός του σήμερα και του μέλλοντος να διασώσει τα δραστικά αντιβιοτικά που μας έχουν απομείνει, αλλά και να κινητοποιηθεί προκειμένου να ξαναγίνουν δραστικά πολλά από αυτά. Αν αδιαφορήσουμε, μέχρι το 2050 ~10 εκατομμύρια άνθρωποι/χρόνο παγκοσμίως θα πεθαίνουν από λοιμώξεις, λόγω απουσίας κατάλληλου αντιβιοτικού, δηλαδή πολλοί περισσότεροι από όσους καταλήγουν λόγω κακοήθειας (!).
Η εφαρμογή ενός ειδικού προγράμματος “Επιστασίας της Χρήσης των Ατιβιοτικών” (Antibiotic Stewardship Programs, ASPs) θα λέγαμε ότι αποτελεί μονόδρομο για την αναστροφή της αντοχής πολλών ανθεκτικών και όχι μόνο, μικροοργανισμών. Για την υλοποίησή του είναι αναγκαία η συνεργασία μεταξύ υγειονομικών, πολιτείας, αλλά και των πολιτών που καταναλώνουν τα διάφορα αντιβιοτικά στην κοινότητα.
Επίσης, σύμφωνα και με το θεσμικό πλαίσιο για την πρόληψη των λοιμώξεων σε χώρους παροχής υπηρεσιών υγείας (ΦΕΚ τ. 388 Β’/2014, σχετ. 1 ), η ορθολογική διαχείριση των αντιμικροβιακών παραγόντων αποτελεί βασικό κομμάτι του Εσωτερικού Κανονισμού όλων των νοσοκομείων. Για το σκοπό αυτό είναι απαραίτητο να οργανωθεί σε κάθε νοσοκομείο η “Ομάδα Επιτήρησης Κατανάλωσης και Ορθής Χρήσης των Αντιβιοτικών (ΟΕΚΟΧΑ)”, η οποία αποτελείται από λοιμωξιολόγο (επί απουσίας λοιμωξιολόγου, ένας παθολόγος με ενδιαφέρον στις λοιμώξεις), κλινικό μικροβιολόγο, εντατικολόγο, χειρουργό, αιματολόγο, ογκολόγο και κλινικό φαρμακολόγο.
Η ΟΕΚΟΧΑ είναι διαφορετική από την Επιτροπή Νοσοκομειακών Λοιμώξεων, αλλά συνεργάζεται στενά με αυτή. Οι σημαντικότεροι τομείς εργασίας της είναι:
I.Καθημερινή επιτήρηση και έγκριση των ειδικών εντύπων της συνταγογράφησης των «Προωθημένων υπό Περιορισμό Αντιβιοτικών» σε συνεργασία με το φαρμακείο.
II. Έλεγχο των ήδη χορηγουμένων «υπό περιορισμό» αντιβιοτικών και αποκλιμάκωση 48-72 ώρες μετά τη συνταγογράφησή τους μετά από συνεργασία με τους κλινικούς ιατρούς κάθε Τμήματος και Κλινικής.
*Η αποκλιμάκωση αφορά στην ταχεία εφαρμογή εμπειρικής ευρέος φάσματος αντιμικροβιακής θεραπείας, η οποία στη συνέχεια αποκλιμακώνεται, στοχεύοντας μετά το αποτέλεσμα των καλλιεργειών σε: (i) χορήγηση αντιβιοτικών στενότερου φάσματος, (ii) μείωση του αριθμού των χορηγούμενων αντιβιοτικών, (iii) στοχευμένη διάρκεια θεραπείας και (iv) διακοπή των αντιβιοτικών εφόσον δεν πρόκειται για λοίμωξη.
III. Έγκαιρη διακοπή της αντιμικροβιακής θεραπείας, και
IV. Επιτήρηση των δελτίων χειρουργικής προφύλαξης
Για την ευρύτερη αφύπνιση σε θέματα ορθής χρήσης των αντιβιοτικών, τόσο στην κοινότητα όσο και στο νοσοκομειακό χώρο, καθώς και των αυξανόμενων κινδύνων που εγκυμονεί η μικροβιακή αντοχή, ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας έχει καθιερώσει την Παγκόσμια Εβδομάδα Ενημέρωσης και Ευαισθητοποίησης για τα Αντιβιοτικά (εντός του Νοεμβρίου κάθε έτους), ενώ το Ευρωπαϊκό Κέντρο Ελέγχου και Πρόληψης νοσημάτων (ECDC) έχει ορίσει επίσης την 18η Νοεμβρίου ως την Ευρωπαϊκή Ημέρα Ενημέρωσης για τα Αντιβιοτικά.
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΚΕΣ ΠΗΓΕΣ
1. Antibiotic Basics for Clinicians: The ABCs of Choosing the Right Antibacterial Agent
2.Φαρμακολογία Lippincott, 6η ΕΚΔΟΣΗ, K.Whalen, R.Finkel, T. Panavelil, ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΕΣ ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΠΑΡΙΣΙΑΝΟΥ
3. Η Ορθολογική Επιλογή Αντιμικροβιακής Θεραπείας για τον Νοσηλευόμενο Ασθενή, 2η ΕΚΔΟΣΗ, ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ ΧΗΜΕΙΟΘΕΡΑΠΕΙΑΣ, Αθήνα 2022
4.https://eody.gov.gr/pagkosmia-evdomada-eyaisthitopoiisis-gia-tin-orthologiki-chrisi-ton-antiviotikon
Συντελεστές/ Δημιουργοί: Τα Μέλη της Ομάδας του Klinikal GOMED
-Συγγραφέας περιεχομένου: Παπαθανασίου Σοφία, MD, Ειδικευόμενη Παθολογίας
-Reviewer: Κυριακούλη Ιωάννα, MD, MSc, Ειδικευόμενη Καρδιολογίας
-Coordinator: Σικόλας Αριστείδης, MD, Ειδικευόμενος Παθολογίας σε αναμονή για πλήρη ειδικότητα Καρδιολογίας