![](https://upload.wikimedia.org/wikipedia/commons/6/67/Une_le%C3%A7on_clinique_%C3%A0_la_Salp%C3%AAtri%C3%A8re.jpg)
Η προκατάληψη, τα στερεότυπα, το bias, η ισχυρογνωμοσύνη είναι ανθρώπινα ελαττώματα από τα οποία δεν ξεφεύγει κανείς όταν γίνεται γιατρός. Με αφορμή την ολοένα και πιο τεταμένη ατμόσφαιρα που επικρατεί στην κοινωνία, και που αποτυπώνεται στα social media, με περιγραφές ασθενών για υποβάθμιση της σοβαρότητας των συμπτωμάτων τους ή ακόμη και δυσπιστίας για την ύπαρξή τους από τους θεράποντες ιατρούς τους, είναι πιο επίκαιρο από ποτέ να μιλήσουμε για το medical gaslighting.
Περιεχόμενα
ToggleΤι είναι το medical gaslighting;
Medical – το σχετικό με την ιατρική, και gaslighting – σύμφωνα με το λεξικό Merriam-Webster “η ψυχολογική χειραγώγηση ενός ατόμου […] η οποία αναγκάζει το θύμα να αμφισβητήσει την εγκυρότητα των σκέψεων, της αντίληψης της πραγματικότητας ή των αναμνήσεών του και συνήθως οδηγεί σε σύγχυση, απώλεια αυτοπεποίθησης και αυτοεκτίμησης, αβεβαιότητα για τη συναισθηματική ή διανοητική του σταθερότητα και εξάρτηση από τον δράστη”.
Η προέλευση του “gaslighting” βρίσκεται στις αρχές του 20ου αιώνα οπότε και κυκλοφορεί το θεατρικό έργο “Angel Street”. Λίγα χρόνια αργότερα μεταφέρεται στη μεγάλη οθόνη ως “Gaslight”. Η πλοκή αφορά μία γυναίκα που χειραγωγείται ψυχολογικά και αντιμετωπίζεται ως παράφρων από τον σύζυγό της στην προσπάθειά του να την εγκλείσει σε ίδρυμα και να αποκτήσει ανενόχλητος τον θησαυρό που βρίσκεται στο σπίτι της.
Ο όρος χρησιμοποιείται πλέον επισήμως από την ψυχολογία ως μορφή ψυχολογικής κακοποίησης και χειριστικής συμπεριφοράς που αφορά κυρίως συντροφικές και οικογενειακές σχέσεις. Εμπεριέχει μία αρνητική και κακόβουλη χροιά και νοείται ότι συμβαίνει με σκοπιμότητα – είτε αυτό σημαίνει την επιδίωξη ενός μοναδικού τελικού στόχου είτε τη γενικότερη κατάκτηση ελέγχου και εξάρτησης του θύματος μέσω της αποδόμησης της αυτοπεποίθησης και αυτοεκτίμησής του.
Με τον αδόκιμο όρο medical gaslighting περιγράφεται η συμπεριφορά ενός επαγγελματία υγείας προς τον ασθενή του κατά την οποία τα συμπτώματά του ασθενούς απορρίπτονται, υποβαθμίζονται ή/και αποδίδονται λανθασμένα σε άλλα αίτια, όπως ψυχολογικά προβλήματα.
Η θεμελιώδης διαφορά μεταξύ του ψυχολογικού όρου και της χρήσης του σε σχέσεις ιατρού-ασθενούς είναι η κακόβουλη πρόθεση – ο θεράπων ιατρός δεν έχει μοχθηρή βούληση απέναντι στον ασθενή του ούτε επιδιώκει να αποκτήσει κάτι από εκείνον. Είναι επομένως και στα πλαίσια της δημοφιλίας του όρου αυθαίρετη και όχι απόλυτη η χρήση του όρου gaslight για να περιγράψει ένα πραγματικό φαινόμενο, όπου λόγω έλλειψης χρόνου, ανεπαρκούς ενσυναίσθησης, κεκτημένης ταχύτητας, αυτοπεποίθησης στην εμπειρία και την αυθεντία τους, ή αμηχανίας για την πενία επαρκών μελετών, γνώσεων και απαντήσεων σε ερωτήσεις των εξεταζόμενων, οι θεράποντες καταλήγουν σε ένα ατελές διαγνωστικό συμπέρασμα και επιχειρούν να ταιριάξουν τον ασθενή στη διάγνωση αντί του αντίθετου.
Στην πλειοψηφία των περιπτώσεων, οι συμπεριφορές αυτές χαρακτηρίζονται ακούσιες και προέρχονται από υποσυνείδητες κοινωνικές και φυλετικές προκαταλήψεις. Στο μεγαλύτερο δηλαδή ποσοστό, οι γιατροί ενδιαφέρονται πραγματικά για τον ασθενή και την υγεία του, όμως μεροληπτούν λόγω κοινωνικών στερεοτύπων ή εμπειρικών κανόνων.
Ως συνέπεια, οι ασθενείς αρχίζουν να αμφισβητούν την σοβαρότητα ή ακόμα και την ύπαρξη των συμπτωμάτων τους και συχνά οδηγούνται σε έναν κύκλο πολλαπλών ιατρικών επισκέψεων και προσελεύσεων στα επείγοντα ενώ λαμβάνουν λάθος διαγνώσεις ή παραμένουν αδιάγνωστοι, με σημαντικές τελικά επιπτώσεις στην υγεία τους.
Το medical gaslighting ΔΕΝ ταυτίζεται με τη λανθασμένη διάγνωση (misdiagnosis) αλλά οδηγεί σε αυτή! Ο γιατρός που οδηγείται σε μία λάθος διάγνωση λόγω ανεπαρκών στοιχείων, ατελούς ή άτυπης έκφρασης του νοσήματος ή έλλειψης εμπειρίας αλλά έχει ακούσει, εμπιστευτεί και διερευνήσει τα συμπτώματα του ασθενή του, προφανώς δεν τον έχει κάνει gaslight.
Επιπλέον, medical gaslighting ΔΕΝ είναι το να διαφωνεί ο εξεταζόμενος με την άποψη του ιατρού του. Συχνά οι εξεταζόμενοι προσέρχονται στα ιατρεία πεπεισμένοι ότι έχουν μία συγκεκριμένη νόσο η οποία με κλινικό και παρακλινικό έλεγχο έχει αποκλειστεί ή έχει αναδειχθεί άλλη αιτία των συμπτωμάτων. Επομένως, ο γιατρός έχει μία εμπεριστατωμένη και βασισμένη σε στοιχεία και γεγονότα διάγνωση την οποία δεν δέχεται ο ασθενής – “simply disagreeing with your doctor isn’t medical gaslighting.”
Προφίλ ασθενών και συμπτωμάτων
Μεταξύ των διάφορων ασθενών υπάρχουν ορισμένοι που είναι πιθανότερο να δεχτούν μία απορριπτική συμπεριφορά από τον γιατρό τους από ότι άλλοι.
Καθώς, όπως ήδη αναφέρθηκε, η βάση του medical gaslighting είναι η προκατάληψη που βασίζεται σε κοινωνικά και φυλετικά στερεότυπα, αποδέκτες ρατσιστικών και σεξιστικών συμπεριφορών είναι πιθανότερο να επηρεαστούν από το φαινόμενο.
Συχνότερα, οι γυναίκες – ιδίως αναπαραγωγικής ηλικίας, φυλετικές μειονότητες, μη-λευκοί, αθίγγανοι, μετανάστες, άτομα της LGBTQ+ κοινότητας, άτομα με μείζονα ή ελάσσονα ψυχιατρική διαταραχή, παχύσαρκοι, είναι οι ασθενείς που είναι πιθανότερο να αντιμετωπίσουν την απορριπτική συμπεριφορά από τον γιατρό τους. Στην κατηγορία αυτή εμπίπτουν και άτομα προχωρημένης ηλικίας ή άτομα με αναπηρία ή προηγουμένως διαγνωσθέν χρόνιο νόσημα, στα οποία συχνά τα νέα συμπτώματα αποδίδονται στη διαδικασία της γήρανσης ή στην ήδη υπάρχουσα παθολογία και αναπηρία τους.
Η περιγραφή συμπτωμάτων με υποκειμενικό χαρακτήρα όπως πόνος οποιασδήποτε εντόπισης, δύσπνοια, αίσθημα παλμών, ζάλη είναι ευκολότερο να παραληφθεί ακριβώς λόγω της ικανότητας επιβεβαίωσης μόνο από το ίδιο το άτομο. Αυτό εντείνεται ιδιαίτερα όταν το σύμπτωμα δεν συνοδεύεται από κάποια αντικειμενική καταγραφή (π.χ. ασθενής που αναφέρει αίσθημα παλμών την στιγμή της εξέτασης έχει φυσιολογικό ΗΚΓ).
Εντούτοις, υπάρχουν και συμπτώματα που ενώ διαπιστώνονται αντικειμενικώς μπορεί να θεωρηθούν προσποιητά όπως η απώλεια αισθήσεων, η αστάθεια – αδυναμία κ.α. ιδίως όταν το προφίλ του ασθενούς ταιριάζει με ένα από τα περιγραφόμενα ανωτέρω. Σχολιάζουμε λίγο αργότερα το περίφημο “Υ”.
Πώς μοιάζει το medical gaslighting;
Συμπεριφορά
Συγκεκριμένα μοτίβα αντιμετώπισης περιγράφονται από τους αποδέκτες αυτών των απορριπτικών συμπεριφορών. Το αίσθημα ανεπαρκούς ενσυναίσθησης, προσοχής, εμπιστοσύνης δημιουργείται όταν οι επαγγελματίες υγείας:
-
-
- διακόπτουν πρόωρα και δεν αφήνουν τους εξεταζόμενους να ολοκληρώσουν την περιγραφή τους,
- αμφιβάλλουν για την ύπαρξη των συμπτωμάτων τους,
- υποβαθμίζουν την ένταση και τη συχνότητά τους,
- αποπροσανατολίζουν τη συζήτηση ή αρνούνται να τη συνεχίσουν,
- δεν εξηγούν ή εξηγούν με ασαφείς και αόριστους τρόπους,
- αποδίδουν αυθαίρετα το σύμπτωμα σε ψυχιατρικές ή άλλες νόσους χωρίς όμως να θέσουν επίσημη διάγνωση ή να τους παραπέμψουν σε συναδέλφους αντίστοιχης ειδικότητας.
-
Φρασεολογία
Η τυπική φρασεολογία σε ένα γενικό πλαίσιο θυμίζει τα παρακάτω:
-
-
- “Μήπως υπερβάλλετε;”
- “Μάλλον το φανταστήκατε/το υποθέσατε.”
- “Είναι στο μυαλό σας, δεν συμβαίνει πραγματικά ή έτσι όπως το περιγράφετε.”
- “Αυτό που μου περιγράφετε δεν γίνεται/δεν υπάρχει.”
- “Είμαι ειδικός σε αυτό το θέμα, μόνο εμένα θα ακούτε.”
- “Διαβάζετε πολύ στο ίντερνετ και καταλήγετε σε συμπεράσματα.”
- “Δεν ήταν τόσο δυνατός ο πόνος/έντονη η δύσπνοια/αθρόα η αιμορραγία κ.α., είστε ευαίσθητ@”
- “Έχετε υπερβολικό στρες/πίεση αυτήν τη περίοδο και δικαιολογεί το σύμπτωμα.”
- “Αυτό είναι τυπικό σύμπτωμα αγχώδους διαταραχής/κατάθλιψης κ.α. δοκιμάστε απλά να χαλαρώσετε.”
- “Ήταν κάποι@ άλλ@ μπροστά για να το επιβεβαιώσει;”
- “Και να σας δείξω τις εξετάσεις τι θα καταλάβετε; Είστε γιατρός;”
- “Οι εξετάσεις σας είναι πεντακάθαρες – δεν έχετε κανένα πρόβλημα.”
-
Στο φάσμα των φράσεων προστίθενται κι άλλες με χαρακτηρισμούς και σχόλια ανάλογα με το προφίλ του εξεταζόμενου. Ορισμένες φορές, εμπλουτίζονται με μικροεπιθέσεις (σκόπιμη ή ακούσια λεκτική βία βασισμένη σε διακρίσεις) – μικροπροσβολές (σκόπιμα ή ακούσια υποτιμητικά σχόλια προς περιθωριοποιημένες ομάδες).
-
-
- “Πολλές γυναίκες είναι έτσι – φταίει η περίοδος/εμμηνόπαυση/εγκυμοσύνη, είστε υπερβολική.”
- “Τα έχετε τα κιλά σας, δοκιμάσατε πρώτα να χάσετε βάρος/να τρώτε καλύτερα;”
- “Όλα τα νεαρά κορίτσια θέλουν προσοχή/έχουν ευαίσθητο ψυχισμό.”
- “Είστε σε πολύ μικρή ηλικία για να πάσχετε από κάποιο σοβαρό ή χρόνιο νόσημα.”
- “Επειδή τα ελληνικά δεν είναι η πρώτη σας γλώσσα, μάλλον δεν καταλαβαίνετε τι σας εξηγώ.”
-
“Υ” – όπως υστερία
Η υστερία χρησιμοποιήθηκε αρχικά από τον Ιπποκράτη τον 5ο αιώνα π.Χ. για να περιγράψει αυτό που οι Έλληνες φιλόσοφοι αποκαλούσαν “γυναικεία παραφροσύνη” – μία κατάσταση όπου η έλλειψη σεξουαλικής δραστηριότητας και αδιαφορία για απόκτηση παιδιών οφειλόταν στην μελαγχολική, δυσλειτουργική “υστέρα” – μήτρα. Επί πολλούς αιώνες θεωρείτο σωματική νόσος και μάλιστα ότι επηρέαζε μόνο τα άτομα με μήτρα.
Στη σύγχρονη ιατρική, η υστερία περιγράφεται το 1880 από τον Jean-Martin Charcot ως νευρολογική νόσος. Ο όρος επαναπροσδιορίζεται τον 20ο αιώνα, διασημότερα χάρη στον Freud και τη φροϋδική Ντόρα, και αποτελεί πλέον διάγνωση ψυχικού και συναισθηματικού φάσματος, μία διαταραχή που μπορούσε να επηρεάσει και τα δύο φύλα. Συμπεριλήφθηκε στα DSM-I και ΙΙ και συνδέθηκε με τις θεωρίες ψυχανάλυσης περί σεξουαλικής δυσλειτουργίας λόγω ψυχικού τραύματος και Οιδιπόδειου συμπλέγματος.
Το 1980 το DSM-ΙΙΙ εγκαταλείπει την “υστερία”, ενώ παράλληλα φεμινιστικά κινήματα την υιοθετούν στα συνθήματά τους ως σύμβολο της διαχρονικής γυναικείας καταπίεσης.
Τα σύγχρονα συγγράμματα και οι επαγγελματίες υγείας δεν αποδέχονται επισήμως τον όρο “υστερία” πια. Ό,τι στο παρελθόν αποκαλούνταν υστερία πλέον μπορεί να εμπίπτει σε κάποια ή περισσότερες από τις παρακάτω διαγνώσεις: διαταραχές σωματικού συμπτώματος, αγχώδης διαταραχή, επιληψία, νευρολογικά σύνδρομα (π.χ. σύνδρομο Tourette, πολλαπλή σκλήρυνση) κ.α.
Στο DSM-5, ορίζονται οι διαταραχές σωματικού συμπτώματος (somatic symptom disorders), σε εξέλιξη του όρου του DSM-IV σωματόμορφες διαταραχές (somatoform disorders). Η ομπρέλα αυτών των διαγνώσεων υπολογίζεται ότι αποτελεί την 3η συχνότερη ψυχιατρική διάγνωση σε ανεπτυγμένες χώρες, ενώ σχετικά με τη συχνότητα οι γυναίκες υπερέχουν 10:1 των ανδρών. Αν και οι ίδιες οι διαταραχές δεν συνδέονται με υψηλή νοσηρότητα ή θνητότητα, αυξάνουν σημαντικά τη χρήση και κατάχρηση εξαρτησιογόνων ουσιών, τη διενέργεια άσκοπων επεμβάσεων, τον αυτοκτονικό ιδεασμό και τις απόπειρες αυτοκτονίας.
Συμπεριλαμβάνονται στην κατηγορία οι παρακάτω διαγνώσεις:
- Διαταραχή σωματικού συμπτώματος (somatic symptom disorder)
-
-
- DSM-IV σωματόμορφη διαταραχή
- συνδυασμός σωματικών συμπτωμάτων και έντονης σκέψης, άγχους και ανησυχίας για αυτά
-
-
- Διαταραχή άγχους ασθένειας (illness anxiety disorder)
-
-
- DSM-IV υποχονδρίαση
- επίμονη σκέψη και ανησυχία για την ύπαρξη ή την εμφάνιση σοβαρής ασθένειας παρά την απουσία συμπτωμάτων και σημείων
- τα σωματικά συμπτώματα απουσιάζουν ή είναι ήπια
-
-
- Λειτουργική νευρολογική διαταραχή (functional neurological disorder)
-
-
- DSM-IV διαταραχή μετατροπής
- σωματικά συμπτώματα νευρολογικής σφαίρας (παράλυση, μη-επιληπτικοί σπασμοί, τρόμος, έκπτωση ακοής – όρασης – ομιλίας κ.α.) που δεν μπορούν πλήρως να αποδοθούν σε νευρολογική νόσο
-
-
- Ψυχολογικοί παράγοντες που επηρεάζουν μία κλινική νόσο
- Πλασματική διαταραχή (factitious disorder imposed on self / on another)
-
-
- DSM-IV σύνδρομα Munchausen και Munchausen by proxy
- εκούσια πρόκληση ή επινόηση συμπτωμάτων με στόχο την απόκτηση προσοχής και συμπάθειας στον εαυτό του ή σε άλλον
- το κίνητρο δεν είναι συνειδητό
- διάθεση να υποβληθούν σε επικίνδυνες θεραπείες ή επεμβάσεις
-
-
- Άλλες και μη καθορισμένες διαταραχές σωματικού συμπτώματος
Σκόπιμο είναι να αναφερθεί και το malingering – εξαπάτηση, προσποίηση – που δεν ταξινομείται μεν ως ψυχική διαταραχή στην κατηγορία της σωματοποίησης αλλά αναφέρεται ως κατάσταση που παρουσιάζεται στην κλινική πράξη. Οι εξεταζόμενοι αναφέρουν κατασκευασμένα και ψευδή συμπτώματα με συνειδητό κίνητρο (π.χ. διεκδίκηση ημερών αδείας, αναβολή δικαστικής διαδικασίας, πρόσβαση σε ηρεμιστικά και αναλγητικά). Το ιστορικό αυτών των ασθενών είναι συχνά ασαφές και αλλάζει με την επανάληψη, ζητούν επίμονα να υποβληθούν σε εξειδικευμένες εξετάσεις και έχουν επιθετική συμπεριφορά όταν το αίτημά τους δεν ικανοποιείται.
Πρωτοποριακή υπήρξε η παραδοχή στο DSM-5 ότι η απουσία εξήγησης των συμπτωμάτων του ασθενούς δεν σημαίνει ότι πρέπει να βάλουμε μία ψυχιατρική διάγνωση. Μπορεί δηλαδή να συνυπάρχει μία διαταραχή σωματικού συμπτώματος με άλλη παθολογική νόσο.
Σε καταγραφές από το 1880 έως το 1970, η λανθασμένη διάγνωση και η απόδοση νευρολογικών συμπτωμάτων γυναικών στην υστερία αντιστοιχούσε στο 15-30%. Από το 1970 και έπειτα, τα ποσοστά ολοένα και βελτιώνονται, με τις πιο πρόσφατες μελέτες να αναδεικνύουν σε όμοια περιστατικά ποσοστά λανθασμένης διάγνωσης κάτω από 5% και βελτίωση κάθε χρόνο. Αυτό οφείλεται πρωτίστως στην αλλαγή της ιατρικής διαγνωστικής λογικής και σε μικρότερο βαθμό στην ένταξη στη διαγνωστική μας φαρέτρα της νευροαπεικόνισης αρχικά με την αξονική και αργότερα με τη μαγνητική τομογραφία του ΚΝΣ.
Υγεία της αναπαραγωγής χωρίς την υγεία των γυναικών (;)
Οι γυναίκες στις κλινικές μελέτες και ο σχεδιασμός τους βάσει φύλου
Η περιγραφή περιστατικών τερατογένεσης και θνησιγενών τοκετών τη δεκαετία του 1960 συνεπεία της χρήσης της θαλιδομίδης πυροδότησε τη συζήτηση σχετικά με την ασφάλεια χορήγησης φαρμάκων σε εγκύους.
Με πρόταση του FDA το 1977, οι γυναίκες αναπαραγωγικής ηλικίας, συμπεριλαμβανομένων αυτών που λάμβαναν οποιαδήποτε μορφή αντισύλληψης, αποκλείστηκαν από τις δοκιμές φαρμάκων φάσης Ι και ΙΙ. Κυριότεροι λόγοι αποκλεισμού ήταν η πιθανότητα εγκυμοσύνης των συμμετεχουσών και η ανησυχία των πιθανών επιπτώσεων των φαρμάκων στο έμβρυο και η λόγω “ορμονικών σκαμπανεβασμάτων” αλλοίωση των αποτελεσμάτων των δοκιμών.
Στην πραγματικότητα, ακόμα και πριν την ρύθμιση αυτή, οι γυναίκες ήδη υποαντιπροσωπεύονταν σε δοκιμές φαρμάκων και κλινικές μελέτες. Απόρροια αυτού του αποκλεισμού είναι η μέχρι και σήμερα ελλειπής μας γνώση σε θέματα που αφορούν την δοσολογία φαρμάκων, την αντιμετώπιση και διάγνωση παθήσεων και τη διαχείριση ανεπιθύμητων ενεργειών των φαρμάκων σε γυναίκες.
Αναγνωρίζοντας αυτό το θεμελιώδες κενό, θεσπίζεται το 1993 από τα Εθνικά Ινστιτούτα Υγείας (NIH) των ΗΠΑ το “NIH Revitalisation Act”. Σύμφωνα με την τροπολογία, οι κλινικές δοκιμές που χρηματοδοτούνται από τα NIH είναι υποχρεωτικό όχι μόνο να συμπεριλαμβάνουν γυναίκες και μειονότητες αλλά και να κοινοποιούν τα αποτελέσματα των αναλύσεων με πίνακες ανά φύλο και ανά μειονότητα σε δοκιμές φάσης ΙΙΙ. Την πιο πρόσφατη έκδοση μπορείτε να βρείτε στο NIH Policy and Guidelines on The Inclusion of Women and Minorities as Subjects in Clinical Research.
Η συμμετοχή των γυναικών στις κλινικές δοκιμές αυξάνει δραματικά και αποτελούν σε κάποιες μελέτες περισσότερο από το 50% των συμμετεχόντων. Ωστόσο, η παρουσίαση των αποτελεσμάτων εξακολουθεί να παραλείπει τον παράγοντα φύλο τις περισσότερες φορές: σε ανασκόπηση του 2018, συμπεριλαμβάνονται 107 μελέτες κλινικών δοκιμών που χρηματοδοτήθηκαν από το NIH από τη θεσμοθέτηση του 1993. Μόλις στο 28% περιέχεται το φύλο στις αναλύσεις ως συμπαράγοντας, σε αποτελέσματα υποομάδων ή ειδικές αναφορές. Επιπλέον, σε sex-specific δοκιμές με δείγμα γυναικών το αντικείμενο είναι συχνότερα αναπαραγωγικής φύσης παρά παθολογικής.
Δικαιώματα στην υγεία των γυναικών – όχι απλά υγεία της αναπαραγωγής
![](https://i.ibb.co/rHBDv0J/image3.jpg)
Στο προσκήνιο τα τελευταία χρόνια αναδεικνύονται ζητήματα σεξουαλικής και αναπαραγωγικής υγείας των γυναικών με κυρίαρχο το δικαίωμα στην ασφαλή διακοπή της κύησης λόγω της πολιτικοποίησής τους στις Η.Π.Α. και σε Ευρωπαϊκές χώρες με επίκεντρο την Πολωνία.
-
- Dobbs v. Jackson Women’s Health Organization: απόφαση του Ανώτατου Δικαστηρίου των Η.Π.Α. που ανατρέπει τις υποθέσεις Roe v. Wade (1973) και Planned Parenthood v. Casey (1992) – η πρόσβαση στην ασφαλή άμβλωση δεν είναι πλέον συνταγματικά προστατευόμενο δικαίωμα
-
- η κάθε πολιτεία έχει δικαιοδοσία νομοθέτησης του τερματισμού της κύησης
- 14 από τις 50 πολιτείες επιβάλλουν πλήρη απαγόρευση της άμβλωσης και 27 περιορίζουν την εφαρμογή της βάσει εβδομάδων κύησης ή βιωσιμότητας του εμβρύου
-
- Πολωνία: αυστηροποίηση της νομοθεσίας περί άμβλωσης
-
- νομιμοποίηση των αμβλώσεων μόνο όταν η ζωή και η υγεία της γυναίκας βρίσκονται σε κίνδυνο από τη συνέχιση της κύησης ή όταν η κύηση είναι αποτέλεσμα εγκληματικής ενέργειας (π.χ. σεξουαλική κακοποίηση)
-
- Dobbs v. Jackson Women’s Health Organization: απόφαση του Ανώτατου Δικαστηρίου των Η.Π.Α. που ανατρέπει τις υποθέσεις Roe v. Wade (1973) και Planned Parenthood v. Casey (1992) – η πρόσβαση στην ασφαλή άμβλωση δεν είναι πλέον συνταγματικά προστατευόμενο δικαίωμα
Οι αντιδράσεις ήταν και είναι εκρηκτικές. Εκατομμύρια γυναίκες διαμαρτύρονται σε όλον τον κόσμο για το δικαίωμα στην πρόσβαση στον ασφαλή τερματισμό της κύησης. Οι απόψεις χωρίζονται εκπροσωπώντας δύο κινήματα: pro-choice και pro-life.
Στον αντίποδα, τον Μάρτιο του 2024 η Γαλλία γίνεται η πρώτη χώρα που κατοχυρώνει το δικαίωμα στην ασφαλή άμβλωση στο Σύνταγμά της. Στην Ελλάδα η άμβλωση είναι νομικά κατοχυρωμένο δικαίωμα από το 1986 (Ν. 1609/1986) και επιτρέπεται με συναίνεση της εγκύου ή των κηδεμόνων της αν η ίδια είναι ανήλικη στις εξής περιπτώσεις (παρ. 4 άρθρου 304):
-
- όταν η εγκυμοσύνη δεν έχει υπερβεί τις 12 εβδομάδες,
- όταν η εγκυμοσύνη είναι αποτέλεσμα βιασμού, αποπλάνησης ανήλικης, αιμομιξίας και κατάχρησης γυναίκας ανίκανης να αντισταθεί και δεν έχει υπερβεί τη 19η εβδομάδα,
- σε περίπτωση που υπάρχουν σοβαρές ενδείξεις παθολογικού νεογνού και η εγκυμοσύνη δεν έχει υπερβεί τη 24η εβδομάδα,
- οποιαδήποτε στιγμή πριν από τη γέννηση σε περίπτωση αναπότρεπτου κινδύνου για τη ζωή της εγκύου ή κινδύνου σοβαρής και διαρκούς βλάβης της σωματικής και ψυχικής της υγείας.
Τα σκληρά πολιτικά μέτρα που λαμβάνονται παγκοσμίως και η ανάδειξη των pro-life κινημάτων έχουν αντίκτυπο στη σωματική και ψυχική υγεία των γυναικών και η θέσπιση των νόμων αυτών έχει μεγαλύτερες συνέπειες στα κατώτερα κοινωνικο-οικονομικά στρώματα και τους μειονοτικούς πληθυσμούς που δεν έχουν πρόσβαση σε εναλλακτικές.
Με διαφορές ανά πολιτεία των Η.Π.Α., η πρόσβαση στην άμβλωση για αυτές τις γυναίκες δεν απαγορεύεται μόνο εκείνες που επιθυμούν τερματισμό μιας ανεπιθύμητης κύησης, αλλά και εκείνες για τις οποίες:
- η κύηση είναι αποτέλεσμα βιασμού, αιμομιξίας ή παραπλάνησης ανηλίκου
- η εγκυμοσύνη επιπλέκει σοβαρά την υγεία τους χωρίς να είναι ενεργά απειλητική για τη ζωή τους
- το κύημα φέρει σοβαρές ή ασύμβατες με τη ζωή ανωμαλίες (π.χ. μη-βιώσιμες χρωμοσωμικές ανωμαλίες, ανεγκεφαλία, αγενεσία νεφρών)
Εκτός από την αύξηση της νοσηρότητας και της θνητότητας κατά τη διάρκεια της κύησης, φαίνεται πως οι απαγορεύσεις έχουν αντίκτυπο και σε δεκάδες άλλες εκφάνσεις της υγείας των γυναικών:
- περιορίζουν τη λήψη αγωγής για χρόνια νοσήματα όπως ρευματοειδή αρθρίτιδα, καρκίνο και επιληψία λόγω εμβρυοτοξικότητας,
- μειώνουν την πρόσβαση σε μεθόδους διατήρησης της αναπαραγωγής σε ασθενείς με καρκίνο,
- αυξάνουν την επίπτωση ψυχιατρικών νοσημάτων και
- αυξάνουν τα ποσοστά ενδοοικογενειακής βίας και κακοποίησης.
Επιπλέον, οι γυναίκες έχουν μεγαλύτερη πιθανότητα να υποβληθούν σε επικίνδυνες ή παράνομες παρεμβάσεις για διακοπή της κύησης, πολλαπλασιάζοντας και τις επιπλοκές.
Η ιατρική κοινότητα έχει τεθεί στην πλειοψηφία της ενάντια στις απαγορεύσεις καθώς η εφαρμογή τους αλλοιώνει το επίπεδο παροχής υπηρεσιών υγείας και ποινικοποιεί τις αποφάσεις για διάσωση της μητέρας όταν αφορά στην επιλογή διακοπής της κύησης. Έχει επιπλέον αντίκτυπο στο επίπεδο εκπαίδευσης, καθώς οι νέοι γιατροί δεν διδάσκονται τεχνικές ασφαλούς άμβλωσης ή συμβουλευτικής στις περιοχές όπου υφίστανται περιορισμοί, ενώ τα νοσηλευτικά ιδρύματα των περιοχών εκείνων αντιμετωπίζουν ελλείψεις προσωπικού σε σχετικές ειδικότητες.
Η προάσπιση και διασφάλιση της σεξουαλικής και αναπαραγωγικής υγείας είναι θεμελιώδες ανθρώπινο δικαίωμα και η πολιτικοποίηση της πρόσβασης στην σεξουαλική διαπαιδαγώγηση, την αντισύλληψη και τον ασφαλή τερματισμό της κύησης θέτει σε ανυπολόγιστο κίνδυνο την υγεία και τη ζωή δισεκατομμυρίων γυναικών.
Obstetric gaslighting
Ο όρος χρησιμοποιείται για να περιγράψει το φαινόμενο απόρριψης ή υποβάθμισης των συμπτωμάτων των γυναικών από τους επαγγελματίες υγείας συγκεκριμένα κατά τη διάρκεια της κύησης, του τοκετού και της λοχείας.
Η εγκυμοσύνη και η περιγεννητική περίοδος είναι φυσιολογικές αλλά όχι “ουδέτερες” σωματικές καταστάσεις. Αποτελούν διαστήματα όπου αυξάνεται ο κίνδυνος εμφάνισης σοβαρών έως απειλητικών για τη ζωή επιπλοκών και νοσημάτων και είναι ψυχικά επιβαρυντικές διαδικασίες. Η απορριπτική συμπεριφορά σε αυτήν την περίοδο μπορεί να έχει σημαντικές επιπτώσεις: ανεπαρκή αντιμετώπιση του πόνου και άλλων συμπτωμάτων, καθυστερημένη ή λανθασμένη διάγνωση, αδυναμία πρόληψης των επιπλοκών.
Το obstetric gaslighting εμφανίζεται με τους παρακάτω τρόπους:
- Υποβάθμιση συμπτωμάτων – τα ενοχλήματα θεωρούνται φυσιολογικά, αποδίδονται σε συναισθηματική αστάθεια ή υστερία ή υπάρχει η θεώρηση ότι πρέπει να τα υπομείνουν (π.χ. τους πόνους του τοκετού).
- Απόρριψη της γνώσης και της κρίσης – η ελλιπής ενημέρωση και περιγραφή των διαδικασιών/εξετάσεων περιορίζει την αυτονομία των αποφάσεων των γυναικών.
- Πτωχή ενσυναίσθηση και άρνηση της ανθρώπινης διάστασης της γυναίκας – καλλιεργείται στις γυναίκες το συναίσθημα ότι είναι τα “μέσα” του τοκετού και της εγκυμοσύνης αντί για άτομα που χρήζουν ιατρικής φροντίδας.
Στις επιπτώσεις συγκαταλέγονται ζητήματα ψυχικής υγείας όπως αγχώδης διαταραχή και κατάθλιψη, δυσπιστία προς τους επαγγελματίες και τα περιβάλλοντα υγείας και κανονικοποίηση των τραυματικών εμπειριών των εγκύων και νέων μητέρων.
Επιπτώσεις
Δεδομένα για την υγεία των γυναικών
-
- Αυθεντικότητα των συμπτωμάτων
- Συμπτώματα που σχετίζονται με την εμμηνορρυσία είναι συχνά απορριπτέα ως υποκειμενικά. Την εμμηνορρυσία επηρεάζει πληθώρα παραγόντων: γυναικολογικές παθήσεις (PCOS, ενδομητρίωση, λοιμώξεις), συστηματικά νοσήματα όπως θυρεοειδοπάθεια και σακχαρώδης διαβήτης, ορμονικές διαταραχές που οδηγούν σε πρώιμη εμμηναρχή και εμμηνόπαυση, διάφορα φάρμακα, παράγοντες όπως το κάπνισμα, η παχυσαρκία κ.α. Η ενδομητρίωση έχει απασχολήσει ιδιαίτερα τη συζήτηση περί medical gaslighting στα social media – οι ασθενείς οδηγούνται σε λάθος διαγνώσεις, λαμβάνουν άσκοπα φαρμακευτικές αγωγές και αντιμετωπίζουν σοβαρή λειτουργική αναπηρία λόγω του χρόνιου πόνου. Η διάγνωση λόγω της φύσης της νόσου και της ανάγκης διαγνωστικής λαπαροσκόπησης καθυστερεί από την έναρξη των συμπτωμάτων μεταξύ 4-11 ετών.
- Ουδός πόνου και “υστερία” – οι γυναίκες βιώνουν τα αλγεινά ερεθίσματα σε μεγαλύτερη ένταση σε σχέση με τους άνδρες. Ο χρόνιος πόνος είναι συχνότερο να αφορά γυναίκες ενώ η απάντησή του σε αναλγητικά και άλλες θεραπείες είναι πιο περιορισμένη.
- Time-to-treatment
- Οι γυναίκες είναι λιγότερο πιθανό να λάβουν αναλγητικά σε σχέση με τους άνδρες για την ίδια πάθηση, ενώ είναι πολύ λιγότερο πιθανό να τους χορηγηθούν οπιοειδή για την ανακούφιση του πόνου. Επιπλέον, ο χρόνος από την εξέταση έως τη χορήγηση αναλγητικών στις γυναίκες είναι έως και 30% περισσότερος σε σχέση με τους άνδρες με την ίδια πάθηση (π.χ. οξεία κοιλία).
- Οι γυναίκες είναι λιγότερο πιθανό να διασωληνωθούν ή/και να τοποθετηθούν σε μηχανική υποστήριξη της αναπνοής ή σε άλλα θεραπευτικά και διαγνωστικά μέσα σε σχέση με τους άνδρες για νοσήματα της ίδιας βαρύτητας. Επιπλέον, η παραμονή τους στη ΜΕΘ είναι μικρότερη και η δυσμενής έκβαση μεγαλύτερη.
- Time-to-diagnosis
- Καρδιαγγειακά νοσήματα: ο θάνατος από καρδιαγγειακά νοσήματα παραμένει η Νο1 αιτία θανάτου στις γυναίκες μετά την εμμηνόπαυση. H προστατευτική δράση που ασκούν τα ενδογενή οιστρογόνα στο καρδιαγγειακό σύστημα σε γυναίκες έχει μελετηθεί και θεωρείται καθοριστική στην αναχαίτιση της αθηροσκλήρωσης. Ο κίνδυνος εκτοξεύεται τα χρόνια μετά την εμμηνόπαυση. Μεσήλικες ασθενείς με συμπτώματα ενδεικτικά καρδιακής νόσου αντιμετωπίζονται λιγότερο επιθετικά σε σχέση με τους άρρενες ασθενείς, καταρχάς λόγω της ετερογενούς εμφάνισης των νοσημάτων και κατά δεύτερον λόγω της άστοχης θεώρησης ότι η προστασία από τα οιστρογόνα είναι 100%. Συγκεκριμένα, στις γυναίκες…
-
-
- … η καθυστέρηση από την εμφάνιση των συμπτωμάτων μέχρι την αναζήτηση ιατρικής συμβουλής και κυριότερα η καθυστέρηση από την πρώτη ιατρική εκτίμηση έως την επείγουσα παραπομπή στο νοσοκομείο είναι μεγαλύτερες,
- … τα οξέα στεφανιαία σύνδρομα έχουν συχνά άτυπη συμπτωματολογία, όπως δύσπνοια, έντονη αδυναμία και άτυπο θωρακικό άλγος,
- … για τη διερεύνηση της στηθάγχης είναι λιγότερο πιθανή η παραπομπή για έλεγχο με στεφανιογραφία ή σπινθηρογράφημα,
- … είναι πιθανότερη η εμφάνιση της μη-αποφρακτικής ισχαιμικής καρδιοπάθειας και του MINOCA (70% των ασθενών με MINOCA είναι γυναίκες),
- … παράγοντες κινδύνου όπως το κάπνισμα, ο σακχαρώδης διαβήτης, η αρτηριακή υπέρταση επηρεάζουν την οιστρογονική δράση και είναι πολλαπλάσια επιβλαβέστεροι στις γυναίκες,
- … η παρατεταμένη ισχαιμία έχει δυσμενέστερες επιπτώσεις.
-
-
- Καρκίνος: σε μελέτες που περιλαμβάνουν στοιχεία από καρκίνους που προσβάλλουν και τα δύο φύλα, οι γυναίκες έχουν μεγαλύτερες καθυστερήσεις στη διάγνωση καρκίνων όπως ουροδόχου κύστης, πνεύμονα, γαστρεντερικού, κεφαλής και τραχήλου και λεμφωμάτων. Στις ίδιες αναλύσεις, τονίζεται επιπλέον πως οι νεότεροι ασθενείς είχαν μεγαλύτερες καθυστερήσεις στη διάγνωση σε σχέση με τους ηλικιωμένους.
- Καρδιαγγειακά νοσήματα: ο θάνατος από καρδιαγγειακά νοσήματα παραμένει η Νο1 αιτία θανάτου στις γυναίκες μετά την εμμηνόπαυση. H προστατευτική δράση που ασκούν τα ενδογενή οιστρογόνα στο καρδιαγγειακό σύστημα σε γυναίκες έχει μελετηθεί και θεωρείται καθοριστική στην αναχαίτιση της αθηροσκλήρωσης. Ο κίνδυνος εκτοξεύεται τα χρόνια μετά την εμμηνόπαυση. Μεσήλικες ασθενείς με συμπτώματα ενδεικτικά καρδιακής νόσου αντιμετωπίζονται λιγότερο επιθετικά σε σχέση με τους άρρενες ασθενείς, καταρχάς λόγω της ετερογενούς εμφάνισης των νοσημάτων και κατά δεύτερον λόγω της άστοχης θεώρησης ότι η προστασία από τα οιστρογόνα είναι 100%. Συγκεκριμένα, στις γυναίκες…
- Αυθεντικότητα των συμπτωμάτων
Φυλετικές και εθνικές προκλήσεις και εκπροσώπηση μειονοτήτων
-
-
- Η επίπτωση της λανθασμένης διάγνωσης – και κατά συνέπεια της υποθεραπείας ή/και υπερδιάγνωσης – κυριαρχεί στην προσέγγιση των ψυχιατρικών νοσημάτων σε ασθενείς που ανήκουν σε μειονότητες. Ειδικά η λανθασμένη διάγνωση ψυχιατρικής νόσου σε τέτοιους πληθυσμούς ευνοεί την περαιτέρω περιθωριοποίηση και το κοινωνικό στίγμα.
- Η απόδοση των συμπτωμάτων σε στερεοτυπικές πεποιθήσεις υπερβολής και προσποίησης βάσει εθνικότητας ή σεξουαλικού προσανατολισμού οδηγεί τους ασθενείς στην αποφυγή αναζήτησης τακτικού ή επείγοντος ιατρικού ελέγχου σε φόβο αντιμετώπισης προσβολών ή αναπαραγωγής προηγούμενων απορριπτικών συμπεριφορών
-
Η υγεία των ψυχιατρικών ασθενών
-
-
- Η λήψη δεύτερης γενιάς αντιψυχωσικών σχετίζεται με αυξημένο καρδιαγγειακό κίνδυνο λόγω πρόκλησης ανεπιθύμητων ενεργειών όπως η αύξηση του σωματικού βάρους, η κεντρικού τύπου κατανομή του λίπους και η μειωμένη αντίσταση στην ινσουλίνη. Οι ασθενείς που τα λαμβάνουν αντιμετωπίζουν έως και διπλάσια θνητότητα από καρδιαγγειακά συμβάματα σε σχέση με τον γενικό πληθυσμό.
- Ασθενείς με σχιζοφρένεια που νοσηλεύονται με επείγουσες παθολογικές/χειρουργικές νόσους έχουν αυξημένο κίνδυνο εμφάνισης επιπλοκών νοσηλείας (ενδονοσοκομειακές λοιμώξεις, έλκη κατακλίσεων κ.α.).
-
Περηφάνεια, προκατάληψη και ενσυναίσθηση: αναγνωρίζω το πρόβλημα και λαμβάνω δράση
Διανοητική ταπεινότητα και παραπομπή
Στην εποχή της υπερεξειδίκευσης και του evidence-based medicine, είναι εξαιρετικά δύσκολο ως επαγγελματίες υγείας να έχουμε απαντήσεις για όλα. Οι ασθενείς που αναλαμβάνουμε έχουν συχνά πολλαπλές συνοσηρότητες, φαρμακευτικές ή χειρουργικές επιπλοκές, σύνθετες διαγνώσεις.
Ως θεράποντες ιατροί έχουμε ευθύνη προς τον ασθενή μας για την διαχείριση του προβλήματος της υγείας του. Επομένως, όταν το πρόβλημα ξεπερνά τα όρια της εμπειρίας ή της ειδικότητάς μας, οφείλουμε να τον παραπέμπουμε σε συναδέλφους καταλληλότερους για την αντιμετώπισή του. Δεν ωφελεί να παραβλέπουμε συμπτώματα που δεν μπορούμε να εξηγήσουμε ή να τα ταιριάζουμε επίμονα σε ήδη υπάρχουσες ή πιθανές διαγνώσεις.
Περιπτώσεις που σκεφτόμαστε την παραπομπή του ασθενούς μας είναι:
- όταν ανιχνεύσουμε σημεία, συμπτώματα ή διαγνώσεις που δεν εμπίπτουν στο εύρος της ειδίκευσής μας,
- αν η περιοχή ή η νοσηλευτική μονάδα όπου εργαζόμαστε δεν καλύπτει επαρκώς τις ανάγκες του και πρέπει να μεταβεί σε πιο εξειδικευμένο κέντρο (π.χ. πρόσβαση σε μονάδα τεχνητού νεφρού, ογκολογική κλινική),
- η παρουσία ενός νέου ή σύγχρονου προβλήματος με αυτό που ηδη αντιμετωπίζουμε που απαιτεί συνεργασία με άλλη ειδικότητα (π.χ. ασθενής με καρκίνο που παρουσιάζει κολπική μαρμαρυγή),
- αν δυσκολευόμαστε να θέσουμε μία διάγνωση ή να επιλέξουμε το κατάλληλο θεραπευτικό πλάνο,
- αν αδυνατούμε να τον παρακολουθήσουμε λόγω παρατεταμένης απουσίας ή πληρότητας προγράμματος,
- αν ο ίδιος εκφράσει ότι το επιθυμεί.
“Για να σε θεραπεύσω δηλαδή, χρειάζεται πρώτα να σε… καταλάβω;”
Η κλινική ενσυναίσθηση τείνει – δικαίως – να γίνει αναπόσπαστο κομμάτι της ιατρικής εκπαίδευσης. Το θετικό είναι ότι κανείς μπορεί να τη διδαχθεί και να την αποκτήσει! Στο ελληνικό εγχείρημα “Empathize with me, Doctor!”, ένα πρόγραμμα που περιέλαβε τόσο θεωρία όσο και βιωματικές ασκήσεις, αποδεικνύεται ακριβώς αυτό: οι προπτυχιακοί φοιτητές ιατρικής που συμμετείχαν αύξησαν μετά το πρόγραμμα την ενσυναισθητική τους απόκριση ενώ 6 μήνες μετά τη διατήρησαν στο 100%.
Η ενσυναίσθηση στη σχέση ιατρού-ασθενούς δεν σημαίνει την ταύτιση με τη συναισθηματική κατάσταση και τα συμπτώματα του εξεταζόμενου, αλλά περισσότερο την εγκατάσταση μίας ανθρώπινης επικοινωνίας όπου οι προβληματισμοί και οι φόβοι του ασθενούς θα επιβεβαιώνονται ως υπαρκτοί και λογικοί. Αυτό θρέφει τη συνεργασία και τον αλληλοσεβασμό για την βέλτιστη οργάνωση του θεραπευτικού πλάνου και διευκολύνει την επικοινωνία και για τις δύο πλευρές – η ενσυναίσθηση χτίζει υγιείς, ανθρώπινες σχέσεις γιατρού-ασθενούς και διατηρεί τα όρια χωρίς να υψώνει τοίχους.
Καλλιεργώντας την ενσυναίσθησή μας αφήνουμε στην άκρη προκαταλήψεις και στερεότυπα – τις πηγές δηλαδή του medical gaslighting. Ενθαρρύνουμε τους ασθενείς να εκφράσουν τις ανησυχίες τους χρησιμοποιώντας προτάσεις-κλειδιά που ανήκουν συχνά στις κατηγορίες του μνημονικού NURSE:
Name |
Ονομάτισε το συναίσθημα |
“Βλέπω πως το αποτέλεσμα σας έκανε να νιώσετε λύπη/άγχος/θυμό.” |
Understand |
Κατάλαβε και επιβεβαίωσε το συναίσθημα |
“Φαντάζομαι πόσο μπορεί να φοβάστε.” |
Respect |
Ενθάρρυνε και εκφράσου με θαυμασμό |
“Χρειάζονται τρομερή υπομονή/δύναμη/κουράγιο αυτά που κάνετε.” |
Support |
Στήριξε τις προσπάθειες |
“Θα είμαι στο πλάι σας για όσο χρειαστεί.” |
Explore |
Εμβάθυνε για να μάθεις |
“Θέλετε να συζητήσουμε περισσότερο για αυτό που σας ανησυχεί;” |
Στρατηγικές αυτο-υπεράσπισης
Αναγνωρίζοντας την επίπτωση του medical gaslighting στην υγεία των ασθενών και τις ομάδες που είναι περισσότερο επιρρεπείς στο να το αντιμετωπίσουν, οι ίδιοι ενθαρρύνονται στο να λαμβάνουν δράση αυξάνοντας τη συμμετοχή τους στις ιατρικές επισκέψεις.
-
- Προετοιμασία: προσκόμιση όλων των σχετικών εξετάσεων και εγγράφων, οργάνωση σχετικών ερωτήσεων, συμπλήρωση ημερολογίου συμπτωμάτων
- Εστίαση: συζήτηση των κύριων ενοχλημάτων και ανησυχιών στην αρχή της επίσκεψης
- Επεξήγηση: απαίτηση σαφήνειας στις ιατρικές συμβουλές, τις οδηγίες και την αναγκαιότητα διενέργειας παρακλινικών εξετάσεων
- Υποστήριξη: προσέλευση με κάποιο οικείο πρόσωπο που θα βοηθήσει στις ερωτήσεις και την επιβεβαίωση των συμπτωμάτων
- Αλλαγή: αναζήτηση δεύτερης γνώμης
Σημειώνεται ότι στις περιπτώσεις που το medical gaslighting ξεπερνά τα όρια και μετατρέπεται σε ιατρική αμέλεια, αυτόματα αποκτά ηθική και νομική διάσταση.
Αντί επιλόγου: gaslighting medical professionals
Το προφανές είναι ότι και οι ίδιοι οι γιατροί δύναται να αντιμετωπίσουν medical gaslighting όταν παρουσιάζουν ένα πρόβλημα υγείας. Υπάρχουν όμως και πολλοί τρόποι με τους οποίους οι επαγγελματίες υγείας βιώνουν gaslighting που αφορά στον χώρο εργασίας τους.
Για τους γιατρούς του σήμερα κυριαρχεί η προσδοκία της εξουθένωσης και της επίδειξης αλτρουισμού σε όλα τα στάδια της εκπαίδευσης και επαγγελματικής πορείας. Η έκφραση “δεν είναι επάγγελμα, είναι λειτούργημα” εργαλειοποιείται εις βάρος των επαγγελματιών υγείας όταν καλούνται να ξεπεράσουν τα όρια της υπερεργασίας, των δυνατοτήτων και των αντοχών τους. Την ίδια στιγμή, τα περιστατικά λεκτικής και σωματικής βίας εις βάρος τους είναι καθημερινότητα.
Παρ’όλα αυτά, αντιστεκόμαστε και διδασκόμαστε ενσυναίσθηση, εξασκούμε την υπομονή και τα ανθρώπινα όριά μας, εκπαιδευόμαστε συνεχώς, επιμένουμε, παραμένουμε, περιμένουμε… “Για να το λένε όλοι, έτσι θα είναι,” πρέπει να κουράζομαι, πρέπει να ξενυχτάω, πρέπει να δουλεύω χωρίς ανάπαυση 24+ ώρες συνεχόμενα. Δεν πρέπει να παραπονιέμαι, δεν πρέπει να θυμώνω, δεν πρέπει να βάζω όρια, είναι υπερβολή. Σας θυμίζει κάτι;
![](https://i.ibb.co/Fz9fjkH/Screenshot-16.png)
Διοικήσεις, πολιτικά πρόσωπα, ιεραρχικά ανώτεροι συνάδελφοι, ασθενείς, συνοδοί – απαιτήσεις εκφράζονται από όλους. Απαίτηση που δεν αφήνει περιθώριο για το δεν μπορώ, το δεν ξέρω, το δεν θέλω. Ειδικά στην περίοδο της πανδημίας, οι επαγγελματίες υγείας κλήθηκαν να απαρνηθούν την ανάπαυση, την ανθρωπιά, την οικογένεια, την υγεία και την προστασία τους – γιατί αν δεν το κάνεις τι σόι γιατρός είσαι; Στο κάτω κάτω, αυτό επέλεξες να κάνεις, οπότε κάν’το.
Προστατευτικοί αντανακλαστικοί μηχανισμοί είναι η απομάκρυνση, η αποστασιοποίηση, η μειωμένη ανθρώπινη επαφή και η τήρηση τυπικών σχέσεων. Η ελλιπής αυτή ενσυναίσθηση όμως δεν πληγώνει μόνο τους ασθενείς αλλά και τους ιατρούς τους. Γιατί αν για να σε θεραπεύσω χρειάζεται να σε καταλάβω… χρειάζεται να με καταλάβεις κι εσύ. Για να συνεχίσω, χρειάζεται κάτι να αλλάξει.
Βιβλιογραφία – Προτάσεις για μελέτη
- Moyer, M. W. (2023, June 22). What is ‘Medical gaslighting’ and how can you elevate health care. The New York Times. LINK
- Ehie, O., Muse, I., Hill, L., & Bastien, A. (2021). Professionalism: microaggression in the healthcare setting. Current Opinion in Anaesthesiology, 34(2), 131–136. LINK
- Sebring, J. C. H. (2021). Towards a sociological understanding of medical gaslighting in western health care. Sociology of Health & Illness, 43(9), 1951–1964. LINK
- Stone, J., Smyth, R., Carson, A., Lewis, S., Prescott, R., Warlow, C., & Sharpe, M. (2005). Systematic review of misdiagnosis of conversion symptoms and “hysteria”. BMJ (Clinical research ed.), 331(7523), 989. LINK
- Chaturvedi, S., Desai, G., & Sagar, R. (2018). Nosological journey of somatoform disorders: From briquet’s syndrome to bodily distress disorder. Indian Journal of Social Psychiatry, 34(5), 29. LINK
- History of women’s participation in clinical research. (n.d.). LINK
- NOT-OD-18-014: Revision: NIH Policy and guidelines on the inclusion of women and minorities as subjects in clinical research. (n.d.). LINK
- Zucker, I., & Prendergast, B. J. (2020). Sex differences in pharmacokinetics predict adverse drug reactions in women. Biology of Sex Differences, 11(1). LINK
- Brubaker, L., & Bibbins-Domingo, K. (2022). Health care access and reproductive rights. JAMA, 328(17), 1707. LINK
- Bartley, E. J., & Fillingim, R. B. (2013). Sex differences in pain: a brief review of clinical and experimental findings. British Journal of Anaesthesia, 111(1), 52–58. LINK
- Aggarwal, N. R., Patel, H. N., Mehta, L. S., Sanghani, R. M., Lundberg, G. P., Lewis, S. J., Mendelson, M. A., Wood, M. J., Volgman, A. S., & Mieres, J. H. (2018). Sex differences in ischemic heart disease. Circulation Cardiovascular Quality and Outcomes, 11(2). LINK
- Bugiardini, R., Ricci, B., Cenko, E., Vasiljevic, Z., Kedev, S., Davidovic, G., Zdravkovic, M., Miličić, D., Dilic, M., Manfrini, O., Koller, A., & Badimon, L. (2017). Delayed Care and Mortality Among Women and Men With Myocardial Infarction. Journal of the American Heart Association, 6(8), e005968. LINK
- Maas, A., & Appelman, Y. (2010). Gender differences in coronary heart disease. Netherlands Heart Journal, 18(12), 598–603. LINK
- Fowler, R. A., Sabur, N., Li, P., Juurlink, D. N., Pinto, R., Hladunewich, M. A., Adhikari, N. K., Sibbald, W. J., & Martin, C. M. (2007). Sex-and age-based differences in the delivery and outcomes of critical care. Canadian Medical Association Journal, 177(12), 1513–1519. LINK
- Din, N. U., Ukoumunne, O. C., Rubin, G., Hamilton, W., Carter, B., Stapley, S., & Neal, R. D. (2015). Age and Gender Variations in Cancer Diagnostic Intervals in 15 Cancers: Analysis of Data from the UK Clinical Practice Research Datalink. PLoS ONE, 10(5), e0127717. LINK
- Chen, E. H., Shofer, F. S., Dean, A. J., Hollander, J. E., Baxt, W. G., Robey, J. L., Sease, K. L., & Mills, A. M. (2008). Gender Disparity in Analgesic Treatment of Emergency Department Patients with Acute Abdominal Pain. Academic Emergency Medicine, 15(5), 414–418. LINK
- Fielding-Singh, P., & Dmowska, A. (2022). Obstetric gaslighting and the denial of mothers’ realities. Social Science & Medicine, 301, 114938. LINK
- Teplin, L. A., Abram, K. M., & Luna, M. J. (2023). Racial and Ethnic biases and Psychiatric misdiagnoses: Toward more equitable diagnosis and treatment. American Journal of Psychiatry, 180(6), 402–403. LINK
- De Hert, M., Van Winkel, R., Silic, A., Van Eyck, D., & Peuskens, J. (2010b). Physical health management in psychiatric settings. European Psychiatry, 25(S2), S22–S28. LINK
- Khaykin, E., Ford, D. E., Pronovost, P. J., Dixon, L., & Daumit, G. L. (2010). National estimates of adverse events during nonpsychiatric hospitalizations for persons with schizophrenia. General Hospital Psychiatry, 32(4), 419–425. LINK
- Kiosses, V. N., Tatsioni, A., Dimoliatis, I. D., & Hyphantis, T. (2017). “Empathize with me, Doctor!” Medical Undergraduates Training Project: Development, Application, Six-months Follow-up. Journal of Education and Training Studies, 5(7), 20. LINK
- Pollak, K. I., Arnold, R. M., Jeffreys, A. S., Alexander, S. C., Olsen, M. K., Abernethy, A. P., Skinner, C. S., Rodriguez, K. L., & Tulsky, J. A. (2007). Oncologist Communication about emotion during visits with patients with advanced cancer. Journal of Clinical Oncology, 25(36), 5748–5752. LINK
- Haserick, B. (2024, May 16). Understanding and Addressing Medical Gaslighting: A Call for Compassion in Healthcare – Hodgkin’s International. Hodgkin’s International. LINK
- Yadava, O. P. (2023). ‘Medical gaslighting’—an eye-opener. Indian Journal of Thoracic and Cardiovascular Surgery, 39(5), 441–442. LINK
Συντελεστές / Δημιουργοί: Τα μέλη της ομάδας Klinikal GOMED
- Συγγραφέας περιεχομένου: Αηδονίδου Βασιλική, MD, ειδικευόμενη Καρδιολογίας
- Reviewer: Κυριακούλη Ιωάννα, MD, ειδικευόμενη Καρδιολογίας
- Coordinator: Σίκολας Αριστείδης, MD, ειδικευόμενος Καρδιολογίας